Παχυσαρκία, συνοσηρότητες και αποτελεσματικότητα της βαριατρικής χειρουργικής
O Δρ. Νικόλαος Κάντζος, Ειδικός Παθολόγος-Διαβητολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης Παθολογικού Τομέα, Μονάδα Βαριατρικής Χειρουργικής, Ιατρικό Περιστερίου.
Η παχυσαρκία συνιστά μία περίπλοκη, πολυπαραγοντική νόσο. Το 2016 το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού, συνολικά, ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Ο επιπολασμός της παχυσαρκίας έχει διπλασιαστεί από το 1980, σε όλες τις ηλικίες και στα δύο φύλα, ανεξάρτητα από τον γεωγραφικό εντοπισμό, την εθνικότητα ή την κοινωνικοοικονομική κατάσταση. Στην Ευρώπη, έως το 2030, η παχυσαρκία θα αφορά σε περισσότερο από το 50% του πληθυσμού.
Ανησυχητικός είναι ο αυξανόμενος επιπολασμός της παιδικής παχυσαρκίας. 41 εκ. παιδιά προσχολικής ηλικίας ήταν υπέρβαρα το 2016. Τα παιδιά αυτά είναι περισσότερο πιθανό να αναπτύξουν διαβήτη και καρδιαγγειακές νόσους σε νεότερη ηλικία.
Η παχυσαρκία, κατά την Ευρωπαϊκή Εταιρεία για τη Μελέτη της Παχυσαρκίας (EASO) είναι μία νόσος, όχι μία επιλογή τρόπου ζωής. Τα αίτια της παχυσαρκίας ποικίλουν, από γενετικές και ενδοκρινολογικές καταστάσεις έως περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως το στρες, οι διαιτητικές επιλογές, τα διευρυνόμενα πρότυπα καθιστικής εργασίας και το περιβάλλον που προάγει την παχυσαρκία.
Τουλάχιστον 2,8 εκ. άνθρωποι κάθε ?? χρόνια πεθαίνουν ως αποτέλεσμα του ότι ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.
Νόσοι που σχετίζονται με την παχυσαρκία περιλαμβάνουν:
- την καρδιακή νόσο
- το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο
- το διαβήτη τύπου 2
- συγκεκριμένους τύπους καρκίνου, που αποτελούν
- μερικές από τις κύριες αιτίες πρόωρων θανάτων
Το πλεονάζον βάρος και η παχυσαρκία είναι υπεύθυνα για έως και το 80% των περιπτώσεων διαβήτη τύπου 2.
Το κόστος της νόσου ξεπερνά τα 70 δις. το χρόνο, ως κόστος του συστήματος υγείας και της χαμένης παραγωγικότητας. Τέλος, υπάρχουν αυξανόμενες αποδείξεις ότι η παχυσαρκία έχει επιβλαβείς κοινωνικές και οικονομικές, πέραν της υγείας, συνέπειες.
Βαριατρική χειρουργική
Οι διαδικασίες της βαριατρικής χειρουργικής οδηγούν σε απώλεια βάρους, περιορίζοντας την ποσότητα της τροφής στο στόμαχο, προκαλώντας δυσαπορρόφηση των θρεπτικών, ή συνδυασμό τους. Οι βαριατρικές διαδικασίες, επίσης, συχνά οδηγούν σε ορμονικές αλλαγές. Οι περισσότερες επεμβάσεις απώλειας βάρους διενεργούνται με ελάχιστα επεμβατικές διαδικασίες (λαπαροσκοπική χειρουργική).
Τα Ινστιτούτα Υγείας συνιστούν βαριατρική χειρουργική επέμβαση για παχύσαρκους ανθρώπους με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) τουλάχιστον 40 και για άτομα με ΔΜΣ τουλάχιστον 35 και σοβαρές συνυπάρχουσες ιατρικές παθήσεις όπως ο διαβήτης.
Μετα-ανάλυση σε 22.000 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε βαριατρικό χειρουργείο σε 136 μελέτες (1990-2003) διαπίστωσαν ότι η μέση απώλεια υπερβάλλοντος βάρους ήταν 61,2%, και το 86% των ασθενών βίωσε βελτίωση ή και λύση του διαβήτη τύπου 2, ανεξάρτητα από την απώλεια βάρους και τον προεγχειρητικό ΔΜΣ. Μειώθηκε, επίσης σημαντικά, η μακροπρόθεσμη θνησιμότητα από διαβήτη κατά 92% και από οποιαδήποτε αιτία κατά 40%. Επίσης, μετα-ανάλυση 11 μελετών που συνέκριναν το μεταβολικό και βαριατρικό χειρουργείο έναντι της μη χειρουργικής αντιμετώπισης για την παχυσαρκία, έδειξε ότι το χειρουργείο οδήγησε σε μεγαλύτερη απώλεια βάρους και υψηλότερη συχνότητα ύφεσης του διαβήτη τύπου 2. Οι χειρουργημένοι ασθενείς έχασαν κατά μέσο όρο 25,85 Kg. περισσότερα, από ότι συμμετέχοντες σε μη χειρουργικά προγράμματα και ήταν 22 φορές πιο πιθανόν να δουν το διαβήτη τους να υποχωρεί. Έξι χρόνια μετά το χειρουργείο 62% των ασθενών με σοβαρή παχυσαρκία παρουσίαζε ύφεση του διαβήτη τύπου 2, έναντι 6-8% της ομάδας ελέγχου.
Ευεργετικές ήταν οι επιπτώσεις της επέμβασης και σε ότι αφορούσε την υπέρταση, υπερλιπιδαιμία και άλλους παράγοντες κινδύνου καρδιαγγειακών επιπλοκών. Πρόσθετα, οι βαριατρικοί ασθενείς παρουσίαζαν σημαντικά μειωμένο κίνδυνο καρδιαγγειακών και μεταβολικών επιπλοκών.