Μπορεί η άπνοια στον ύπνο να δυσκολέψει την αντιμετώπιση του Σακχαρώδη Διαβήτη;

Γράφει ο Μιχαήλ Συμιακάκης, Πνευμονολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης, Ιατρικό Κέντρο Αθηνών

Το Σύνδρομο Απνοιών στον ύπνο (ΣΑΥ) είναι μία θεραπεύσιμη, χρόνια διαταραχή του ύπνου. Χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα επεισόδια, πλήρους ή μερικής απόφραξης των ανώτερων αεραγωγών κατά τον ύπνο, διακόπτοντας έτσι την αναπνοή. Το ποσοστό επιπολασμού του ΣΑΥ αυξάνεται παράλληλα με την επιδημία της παχυσαρκίας. Σε πρόσφατες μελέτες διαπιστώθηκε σημαντική αύξηση του ποσοστού επιπολασμού του ΣΑΥ τα τελευταία χρόνια, σε 23% από 7% στις γυναίκες και σε 49%, από 14%, στους άντρες. Παράλληλα, στις μελέτες αυτές επιβεβαιώθηκε η ισχυρή συσχέτιση του ΣΑΥ με το Σακχαρώδη Διαβήτη. Όπως και με το ΣΑΥ, έτσι και το ποσοστό επιπολασμού του Σακχαρώδη Διαβήτη έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια.

Η άπνοια στον ύπνο μπορεί να δυσκολέψει την αντιμετώπιση του Σακχαρώδη Διαβήτη. Κατά την άπνοια, διακόπτεται η αναπνοή, οπότε προκαλείται:

  • Διαλείπουσα πτώση του οξυγόνου και αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα και του οξειδωτικού stress στο αίμα, τα οποία οδηγούν σε ανάπτυξη αντίστασης στην ινσουλίνη και καταστροφή των β-κυττάρων του παγκρέατος. Έτσι, ο οργανισμός, δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά την ινσουλίνη, με αποτέλεσμα να κυκλοφορεί περισσότερη γλυκόζη στο αίμα.
  • Κατακερματισμός και περιορισμός του ύπνου, λόγω των μικροαφυπνίσεων, οπότε παρατηρείται αυξημένη όρεξη και μειωμένη σωματική δραστηριότητα, τα οποία οδηγούν σε αύξηση του σωματικού βάρους, άρα παχυσαρκία. Η παχυσαρκία είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου του Σακχαρώδη Διαβήτη.

Το ποσοστό επιπολασμού του Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 σε ασθενείς με ΣΑΥ, υπολογίζεται σε 15% με 30%. Επίσης υπάρχει σαφής συσχέτιση της βαρύτητας του ΣΑΥ με αυξημένα επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης στο αίμα ασθενών με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2.

Το ΣΑΥ αντιμετωπίζεται με ειδικό μηχάνημα συνεχούς θετικής πιέσεως των αεραγωγών (C-PAP). Αυτό διαθέτει μία μάσκα που εφαρμόζεται στο πρόσωπο του ασθενούς και προσφέρει τον ατμοσφαιρικό αέρα με πίεση, δημιουργώντας, έτσι, έναν εσωτερικό νάρθηκα στους ανώτερους αεραγωγούς ώστε να μην κλείνουν κι έτσι να καταργούνται οι άπνοιες και ο ασθενής να κοιμάται φυσιολογικά.

Μελέτες δείχνουν πως υπνοαπνοϊκοί ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη, καταφέρνουν να ελέγχουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους σε χαμηλά επίπεδα, όταν χρησιμοποιούν το C-PAP.

Εν κατακλείδι, ένας ασθενής με Σακχαρώδη Διαβήτη  πρέπει να γνωρίζει αν έχει άπνοιες στον ύπνο, γιατί χρειάζεται να αντιμετωπίσει τις άπνοιες ώστε να αντιμετωπίσει το διαβήτη του.

 

 

 

 

Ιατρός

Πνευμονολόγος, Αν. Διευθυντής, Ιατρικό Κέντρο Αθηνών