Υπογλυκαιμία στο σακχαρώδη διαβήτη
Γράφει η Γιούλη Αργυρακοπούλου, Ειδικός Παθολόγος, Διευθύντρια Διαβητολογικής Μονάδας, Ιατρικό Κέντρο Αθηνών
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μία χρόνια πάθηση η οποία χαρακτηρίζεται από διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων, λιπών και πρωτεϊνών. Πλέον των 425 εκ. ανθρώπων παγκοσμίως πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη. Διακρίνεται στο σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, στο σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ, στο διαβήτη κυήσεως και σε άλλους ειδικούς, σπάνιους τύπους. Η κύρια και κοινή διαταραχή σε όλες τις μορφές διαβήτη είναι η υπεργλυκαιμία, δηλαδή οι αυξημένες τιμές σακχάρου στο αίμα.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση αυτού περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη ρύθμιση των τιμών σακχάρων αίματος (ευγλυκαιμία), η οποία επιτυγχάνεται με το συνδυασμό της σωστής διατροφής, της άσκησης και της λήψης της ενδεδειγμένης φαρμακευτικής αγωγής.
Η υπογλυκαιμία είναι μία συχνή και σοβαρή επιπλοκή της θεραπείας του σακχαρώδη διαβήτη, που επηρεάζει πρωτίστως τους ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με ινσουλίνη. Χαρακτηρίζεται από παθολογικά χαμηλές τιμές σακχάρου (<70mg/dL) και εκδηλώνεται με συμπτώματα άγχους, τρομωδών κινήσεων, πείνας, ευερεθιστότητας, σύγχυσης, ελάττωσης της συγκέντρωσης, δυσαρθρίας, αδυναμίας, εφίδρωσης, ταχυκαρδίας, θόλωσης της όρασης και κεφαλαλγίας, ενώ, η μη άμεση αντιμετώπισή της μπορεί να επιφέρει και σοβαρότερες επιπλοκές όπως διαταραχή του επιπέδου συνείδησης, σπασμούς, κώμα ή, σπανίως, ακόμα και το θάνατο.
Ως σοβαρή υπογλυκαιμία ορίζεται αυτή, στην οποία ο ασθενής χρειάζεται εξωτερική βοήθεια από άλλο άτομο για την αντιμετώπισή της. Επιπλέον, η υπογλυκαιμία μπορεί να συμβάλει στην εμφάνιση αρρυθμιών και, για το λόγο αυτό, πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή σε ασθενείς που πάσχουν από καρδιαγγειακά νοσήματα.
Τα συνηθέστερα αίτια της εμφάνισης υπογλυκαιμίας είναι η παράλειψη γευμάτων, η λήψη χαμηλής ποσότητας υδατανθράκων, η πόση αλκοόλης επί νηστείας, η μη προγραμματισμένη άσκηση, η νεφρική νόσος αλλά πρωτίστως αφορά τη λήψη υψηλότερης από την ενδεδειγμένη δοσολογίας αντιδιαβητικών φαρμάκων. Αυτό αφορά κυρίως τη λήψη ινσουλίνης και δευτερευόντως ορισμένων ινσουλινοεκκριταγωγών αντιδιαβητικών δισκίων όπως η σουλφονυλουρίες και οι μεγλιτινίδες. Τα υπόλοιπα αντιδιαβητικά φάρμακα δεν προκαλούν υπογλυκαιμία, αλλά ο κίνδυνος αυτής αυξάνεται όταν συγχορηγούνται με ινσουλίνη ή ινσουλινοεκκριταγωγά δισκία.
Η καλή ρύθμιση των σακχάρων αίματος μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της εμφάνισης των επιπλοκών του σακχαρώδη διαβήτη. Οι στόχοι των τιμών σακχάρων αίματος πρέπει να εξατομικεύονται ανάλογα με τον ασθενή και ανάλογα με παράγοντες όπως η διάρκεια του σακχαρώδη διαβήτη, η ηλικία, κ.ά. προκειμένου να αποφευχθεί η εμφάνιση υπογλυκαιμιών. Σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η ικανότητα του ατόμου να αντιλαμβάνεται τις υπογλυκαιμίες.
Η ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία, (όταν ο ίδιος ο ασθενής δεν αντιλαμβάνεται τις χαμηλές τιμές σακχάρου), αποτελεί σημαντικό περιοριστικό παράγοντα για τη ρύθμιση των σακχάρων και στους ασθενείς αυτούς οι θεραπευτικοί μας στόχοι είναι συνήθως λιγότερο αυστηροί. Με τη χρήση των ειδικών συστημάτων συνεχούς καταγραφής της γλυκόζης (continuous glucose monitoring) μπορεί να επιτευχθεί η διάγνωση των ανεπίγνωστων (πολλές φορές και νυκτερινών υπογλυκαιμιών).
Η εμφάνιση υπογλυκαιμιών είναι γενικά συχνότερη στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι. Η υπογλυκαιμία αποτελεί αιτία απορρύθμισης καθώς, μεταξύ άλλων, συνοδεύεται συχνά από επακόλουθη εμφάνιση υπεργλυκαιμίας. Επίσης, οι συχνές υπογλυκαιμίες μπορεί να αποτελούν αίτιο αύξησης του σωματικού βάρους, αφού η αντιμετώπισή τους περιλαμβάνει τη λήψη επιπλέον υδατανθράκων.
Η υπογλυκαιμία αντιμετωπίζεται με τη λήψη υδατανθράκων, κατά προτίμηση απλών σακχάρων, προκειμένου να επιτευχθεί γρήγορη απορρόφηση (π.χ. τζελ ή καραμέλες γλυκόζης, ζάχαρης, χυμών κ.α.) ή άλλης τροφής περιέχουσας υδατάνθρακα. Τα μεικτά τρόφιμα, περιέχοντα λίπη, καθυστερούν την απορρόφηση της γλυκόζης και πρέπει να αποφεύγονται. Σε παρατεινόμενες υπογλυκαιμίες (π.χ. μετά λήψης σουλφονυλουριών), οι ασθενείς μπορεί να χρειασθούν νοσηλεία, προκειμένου να λάβουν ενδοφλέβια διαλύματα γλυκόζης. Τέλος, η αποφυγή της υπογλυκαιμίας σε μη προγραμματισμένη άσκηση μπορεί να επιτευχθεί με τη λήψη επιπλέον υδατανθράκων. Σε προγραμματισμένη άσκηση, κρίνεται σκόπιμη η μείωση της ινσουλίνης προ της άσκησης ή /και αύξηση των υδατανθράκων κατά τη διάρκεια / μετά αυτής.