Ορθοπεδικό Αθλητικών Κακώσεων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στο τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων διενεργούνται αρθροσκοπικές επεμβάσεις γόνατος, ώμου, ισχίου, αγκώνος, ποδοκνημικής, καρπού (αποκατάσταση ρήξεων μηνίσκου, βλαβών τενόντων και ρήξεων συνδέσμων).

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων εφημερεύει και λειτουργεί όλο το 24ωρο παρέχοντας υψηλού επιπέδου ιατρο – νοσηλευτικές υπηρεσίες σε υπερσύγχρονους χώρους, καθώς και δυνατότητα ελεύθερης επιλογής του θεράποντος ιατρού ανάμεσα από μία ομάδα έμπειρων επιστημόνων και εξειδικευμένων Χειρουργών.

Για τη συνολική θεραπεία των ασθενών το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων υποστηρίζεται από όλες τις ιατρικές ειδικότητες.

ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων αποτελεί σημείο αναφοράς για τον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών.

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων παρουσιάζει μεγάλη εξειδίκευση στην αντιμετώπιση κάθε είδους αθλητικών κακώσεων, όπως:

Αρθροσκόπηση γόνατος, ώμου, ισχίου, αγκώνος, ποδοκνημικής, καρπού. Αποκατάσταση ρήξεων μηνίσκων, τενόντων, χιαστών συνδέσμων, μυοτενοντίου πετάλου του ώμου, βλαβών του αρθρικού χόνδρου, μεταμόσχευση χόνδρου, θεραπεία με αυτόλογους παράγοντες.

Στο τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων οι βλάβες του αρθρικού χόνδρου αντιμετωπίζονται μέσω τρισδιάστατης αυτόλογης καλλιέργειας χονδροκυττάρων και θεραπείας με τη χρήση αρχέγονων κυττάρων (βλαστοκυττάρων).

ΠΑΘΗΣΕΙΣ

Ο αρθρικός χόνδρος είναι ένας ινοχόνδρινος ιστός πάχους 2 - 3 χιλιοστών, οποίος καλύπτει τις αρθρικές επιφάνειες των αρθρώσεων του σώματος. Ο αρθρικός χόνδρος αποτελεί μία ομαλή ολισθαίνουσα επιφάνεια που καλύπτει τις αρθρικές επιφάνειες των αρθρώσεων. Ο αρθρικός χόνδρος είναι υψηλής αντοχής ιστός, αλλά δυστυχώς στερείται αγγείων και νεύρων.

Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση τραυματικής βλάβης του χόνδρου ή προοδευτικής εκφύλισης σε μεγάλη ηλικία δεν υπάρχει δυνατότητα επούλωσης της βλάβης.

Προοδευτικά λοιπόν μία άρθρωση με βλάβη χόνδρου καταλήγει σε αρθρίτιδα.

Οι χρόνιες εκφυλιστικές βλάβες του αρθρικού χόνδρου, κυρίως σε άτομα μεγάλης ηλικίας, είναι βλάβες μη αναστρέψιμες και καταλήγουν σε αρθρίτιδα.

Σε αυτές τις περιπτώσεις η μέθοδος εκλογής είναι η αντικατάσταση της άρθρωσης (ολική αρθροπλαστική, ημιολική αρθροπλαστική).

Στις περιπτώσεις εστιακών βλαβών του γόνατος σε νεαρά άτομα, κυρίως μετά από τραυματισμό, η σύγχρονη επιστήμη μας δίνει δυνατότητες αντιμετώπισης.

Οι εστιακές βλάβες του χόνδρου ταξινομούνται αναλόγως του βαθμού και της έκτασης της βλάβης σε τρία στάδια:

  • ΣΤΑΔΙΟ I: Μαλάκυνση και εμβύθυνση του αρθρικού χόνδρου.
  • ΣΤΑΔΙΟ II: Ανάπτυξη ρωγμών του αρθρικού χόνδρου.
  • ΣΤΑΔΙΟ III: Έλλειμμα του αρθρικού χόνδρου με εμβύθυνση του υποχόνδριου οστού,

Η θλάση των οπίσθιων μηριαίων μυών είναι ένας αρκετά συχνός τραυματισμός, ο οποίος ταλαιπωρεί κυρίως αθλητές που ασχολούνται με αθλήματα ταχυδύναμης, όπως το ποδόσφαιρο, μπάσκετ, τένις, βόλεϊ, άλματα, ταχύτητες κ.α.

Ως θλάση ορίζουμε τη μερική ή ολική ρήξη ενός μυός. Οι οπίσθιοι μηριαίοι αποτελούνται από το δικέφαλο μηριαίο, τον ημιυμενώδη και τον ημιτενοντώδη μυ. Πρόκειται για τη μυϊκή ομάδα που βρίσκεται στην οπίσθια επιφάνεια του μηρού και που έχει σαν κύρια λειτουργία της την κάμψη του γόνατος.

Κατά τη διάρκεια της ταχυδύναμης οι μυϊκές διαστολές γίνονται με μεγάλη συχνότητα, με αποτέλεσμα η οξειδοαναγωγική κατάσταση του αίματος να μειώνει τη λειτουργική ικανότητα των μυών.

Όταν λοιπόν η ενέργεια που εξασκείται στους οπίσθιους μηριαίους μύες ξεπερνά το όριο αντοχής τους, προκαλείται μερική ή ολική ρήξη τους.

Αίτια θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών

Αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν μυϊκούς τραυματισμούς των κάτω άκρων σε αθλήματα ταχυδύναμης:

  • Τραυματισμοί που οφείλονται στην ΟΜΣΣ (Οσφυϊκή Μοίρα Σπονδυλικής Στήλης), συχνά με ιερολαγόνιο ερεθισμό (ισχιοκνημιαίοι, προσαγωγοί, κοιλιακοί).
  • Τραυματισμοί που οφείλονται στην έλλειψη ελαστικότητας των μυών ή στην έλλειψη κινητικής τροχιάς κάποιων σχετικών αρθρώσεων (π.χ. ισχίο, γόνατο, ποδοκνημική).
  • Τραυματισμοί που οφείλονται στην κακή φυσική κατάσταση και το οξειδωτικό stress.
  • Συνήθως, η ακολουθία του τραυματισμού είναι: κακή φυσική κατάσταση - υπερκόπωση - υπερδιάταση - μυϊκή θλάση.

Άμεσοι παράγοντες που σχετίζονται με τη θλάση οπίσθιων μηριαίων:

  • Κακή προθέρμανση.
  • Ελλιπής τροχιά κίνησης (ισχίο - γόνατο - ποδοκνημική).
  • Υπερδιάταση της μυοτενόντιας μάζας.
  • Κόπωση λόγω κακής φυσικής κατάστασης.
  • Πλημμελής αποκατάσταση από προηγούμενο τραυματισμό.

Διάγνωση θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών

H διάγνωση της θλάσης των οπίσθιων μηριαίων είναι συνήθως εύκολο να γίνει κλινικά, λόγω των συμπτωμάτων που προκύπτουν ανάλογα με το βαθμό σοβαρότητας της θλάσης.

Το υπερηχογράφημα και η μαγνητική τομογραφία είναι οι διαγνωστικές μέθοδοι που μας παρέχουν αρκετά στοιχεία ώστε να διαγνώσουμε τη σοβαρότητα και το βαθμό της θλάσης.

Οι θλάσεις οπίσθιων μηριαίων ανάλογα με τη σοβαρότητα τους διακρίνονται σε τρεις βαθμούς:

1ου Βαθμού: Μικρής έντασης πόνος και μικρό οίδημα στην περιοχή. Δεν υπάρχει περιορισμός στην κίνηση και ο μυς διατηρεί τη λειτουργικότητα σε χαμηλής έντασης έργο.

2ου Βαθμού: Υπάρχει ρήξη μυϊκών ινών με έντονα τα στοιχεία της τοπικής φλεγμονής (θερμότητα, οίδημα, πόνος κατά την κίνηση).

3ου Βαθμού: Πλήρης ρήξη της μυοτενόντιας μοίρας του μυός με αδυναμία κίνησης, έντονο πόνο και εκτεταμένο αιμάτωμα (πολλές φορές υπάρχουν οδηγίες για χειρουργική αντιμετώπιση).

Θεραπεία θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών

Βασικές αρχές αντιμετώπισης, μετά τον τραυματισμό, είναι η ανάπαυση του μέλους, με εφαρμογή ψυχρών επιθεμάτων, για τον περιορισμό της έκτασης του αιματώματος, 2 - 4 φορές την ημέρα, ανάλογα με το βαθμό της θλάσης, συνήθως για 24 έως και 48 ώρες.

Γίνεται περίδεση της πάσχουσας περιοχής με ελαστικό επίδεσμο, για τη μείωση του ενδομυϊκού χώρου, περιορίζοντας έτσι την έκταση του αιματώματος. Τοποθετούμε το μέλος σε ανάρροπη θέση, στην προσπάθεια μας να μειώσουμε το οίδημα, ενώ η χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων στο πρώτο στάδιο της θεραπείας βοήθα στη μείωση των συμπτωμάτων τις πρώτες ημέρες.

Η θεραπεία της θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών έχει πάντα σα στόχο τον περιορισμό του αιματώματος και τη μείωση όλων των φλεγμονωδών αντιδράσεων που προκύπτουν στην περιοχή, αυξάνοντας την επουλωτική διαδικασία για την αποκατάσταση του μυϊκού ιστού.

Η φυσικοθεραπεία σε αυτήν τη φάση επιβάλλεται. Ενδοδιαθερμία, laser, διασταυρούμενα ρεύματα, υπέρηχος, υδροθεραπεία είναι τα μέσα που χρησιμοποιούνται συνήθως.

Η μάλαξη, με μεγάλη προσοχή, προς αποφυγήν αύξησης του τοπικού αιματώματος, μπορεί να ξεκινήσει μετά τις 48 ώρες και έχει ουσιαστικό ρόλο στη διευθέτηση του ουλώδους ιστού και τη γρήγορη απορρόφηση του αιματώματος.

Η κατάλληλη αντιμετώπιση της θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών τις πρώτες ώρες μετά τον τραυματισμό έχει σημαντική επίδραση στην εξέλιξη της γρήγορης και σωστής αποκατάστασης της θλάσης. Ο στόχος είναι πάντα η αντιμετώπιση της οξείας αντίδρασης στην περιοχή, με ταυτόχρονη επιτάχυνση της επουλωτικής διαδικασίας, η οποία διαρκεί ανάλογα με το βαθμό της θλάσης.

Η κάκωση του μηνίσκου στις περισσότερες περιπτώσεις είναι συνώνυμη με τη «ρήξη μηνίσκου» και εμφανίζεται συνήθως στα γόνατα των αθλητών.

Η κάκωση μηνίσκου προκαλεί δυσλειτουργία και απώλεια της σταθερότητας του γόνατος. Οι κακώσεις -ρήξεις διακρίνονται σε κάθετες/κατακόρυφες και οριζόντιες.

Η διάγνωση της ρήξης μηνίσκου γίνεται με κλινική εξέταση. Επιβεβαιώνεται διαγνωστικά, με απεικονιστικές μεθόδους, όπως το αρθρογράφημα, το υπερηχογράφημα και η μαγνητική τομογραφία για τον καθορισμό και σωστότερο σχεδιασμό της θεραπείας.

Η θεραπεία της ρήξης μηνίσκου μπορεί να είναι συντηρητική σε μικρές, ασυμπτωματικές και εκφυλιστικού τύπου ρήξεις.

Η αρθροσκοπική χειρουργική θεραπεία στοχεύει στη διατήρηση όσο το δυνατό μεγαλύτερου τμήματος μηνισκικού ιστού, λόγω της σπουδαιότητας του μηνίσκου στην απορρόφηση/κατανομή φορτίων και στην προστασία του γόνατος.

Κατά τη διάρκεια της αρθροσκόπησης, ο ορθοπαιδικός γιατρός μπορεί να εισάγει ειδικά χειρουργικά εργαλεία από τη δεύτερη οπή δρώντας με τον τρόπο αυτό διαγνωστικά και θεραπευτικά.

Με τα εργαλεία, ο ορθοπαιδικός ομαλοποιεί το φθαρμένο αρθρικό χόνδρο, αφαιρεί τα ελεύθερα σωμάτια (τμήματα χόνδρου ή μηνίσκου), «πλένοντας» την άρθρωση και αφαιρώντας τα μόρια που προκαλούν φλεγμονή.

Εάν διαπιστωθεί ρήξη του μηνίσκου ή του συνδέσμου γίνεται ταυτόχρονη επιδιόρθωση αυτών.

Η έγκαιρη αρθροσκόπηση του γόνατος μπορεί να καθυστερήσει την εξέλιξη της οστεοαρθρίτιδας, άρα και την αναγκαιότητα για πιο σοβαρές χειρουργικές επεμβάσεις, όπως η αρθροπλαστική.

Ο Αχίλλειος τένοντας είναι ένας τένοντας που βρίσκεται στην οπίσθια επιφάνεια της κνήμης, είναι ο κοινός τένοντας του γαστροκνημίου και υποκνημιδίου μυός και καταφύεται στην οπίσθια επιφάνεια της φτέρνας.

Ο Αχίλλειος τένοντας είναι ο ισχυρότερος τένοντας του ανθρωπίνου σώματος έχει μήκος περίπου 15 εκατοστά και εύρος 6 - 4 εκατοστά κοντά στην κατάφυσή του.

Ο Αχίλλειος τένοντας μπορεί να δεχθεί φορτία τέσσερις φορές το βάρος του σώματος κατά τη βάδιση και 7,7 φορές το βάρος του σώματος κατά τη διάρκεια τρεξίματος.

Οι πιο συχνές παθήσεις του Αχίλλειου τένοντα είναι η τενοντίτιδα του Αχίλλειου και οι ρήξεις του Αχίλλειου.

Η τενοντίτιδα Αχίλλειου οφείλεται σε υψηλές καταπονήσεις του τένοντα (overuse) που επιφέρουν μικροσκοπικές ρήξεις των ινών του κολλαγόνου και δημιουργία ουλώδους ιστού, ανελαστικότητα και φλεγμονή στο περιτενόντιο έλυτρο.

Τα συμπτώματα της τενοντίτιδας Αχίλλειου είναι πόνος, τοπική ευαισθησία στην ψηλάφηση του τένοντα, αδυναμία αθλήσεως

Οι ρήξεις του Αχίλλειου τένοντα συμβαίνουν κυρίως κατά τη διάρκεια αθλητικής δραστηριότητας, όταν κυρίως ο τένοντας υφίσταται απότομη έκκεντρη διάταση ή σύσπαση.

Πολύ συχνά, οι ασθενείς με ρήξη Αχίλλειου τένοντα αναφέρουν παλαιά επεισόδια τενοντίτιδας και φλεγμονή του τένοντα ή πάσχουν από συστηματική νόσο, όπως κολλαγόνωση, ρευματοπάθεια, υπερχοληστεριναιμία, κ.λπ.

Η ρήξη Αχίλλειου τένοντα γίνεται συνήθως 2-3 εκατοστά πάνω από το σημείο κατάφυσης του τένοντα και αυτό συμβαίνει διότι στην περιοχή αυτή υπάρχει μειωμένη αιμάτωση.

Συνήθως, η θεραπεία των ρήξεων του Αχίλλειου τένοντα είναι χειρουργική με τελικοτελική συρραφή του τένοντα. Η χειρουργική θεραπεία μπορεί να είναι με ανοικτή συρραφή του Αχίλλειου ή διαδερμική του τένοντα χωρίς εξωτερικό τραύμα.

Η συντηρητική αγωγή των ρήξεων του Αχίλλειου τένοντα είναι η εφαρμογή ειδικών κηδεμόνων με τον άκρο πόδα σε ιπποποδία για δύο μήνες.

Η χειρουργική θεραπεία ρήξης Αχίλλειου τένοντα εμφανίζει ποσοστά επαναρήξεων 3-4 %, ενώ η συντηρητική θεραπεία 20-30 %.

Τα αποτελέσματα της ανοικτής και διαδερμικής συρραφής σε βάθος χρόνου είναι τα ίδια, πλην όμως η ανοικτή συρραφή εμφανίζει, υψηλότερα ποσοστά διεγχειρητικών και μετεγχειρητικών επιπλοκών, όπως φλεγμονή ή νεκρώσεις του δέρματος ή δυσκαμψία.

Η διαδερμική συρραφή είναι η κλειστή τοποθέτηση ραμμάτων κεντρικά στο μυοτενόντιο τμήμα του τένοντα και η τοποθέτηση αυτών υποδορίως, στο περιφερικό τμήμα στο επίπεδο της κατάφυσης με τη πτέρνα δίκην Π.

Η συρραφή του ράμματος κεντρικά φέρνει τα δύο άκρα του τένοντα σε επαφή. Εν συνεχεία, τοποθετείται ειδικός κνημοποδικός κηδεμόνας σε ιπποποδία.

Ο ασθενής εξέρχεται του νοσοκομείου 6 - 7 ώρες μετά την επέμβαση, φορώντας ειδικό κηδεμόνα, με τον άκρο πόδα σε ιπποποδία. Βαδίζει με βακτηρίες μασχάλης περίπου για ένα μήνα.

Δύο εβδομάδες μετεγχειρητικά βελτιώνουμε προοδευτικά την ιπποποδία ανά εβδομάδα και περίπου στις έξι εβδομάδες η ποδοκνημική βρίσκεται σε ουδέτερη θέση 90ο και ο ασθενής μπορεί να φορτίζει το σκέλος χωρίς βακτηρίες.

Περίπου στους δύο μήνες αφαιρείται ο κηδεμόνας και ξεκινά πρόγραμμα φυσιοθεραπείας με διατάσεις, μυϊκή ενδυνάμωση και βελτίωση του εύρους κίνησης της ποδοκνημικής.

Στους τρεις μήνες ο ασθενής μπορεί να αρχίσει ελαφρό τρέξιμο, ποδήλατο, ασκήσεις ισορροπίας, διατάσεις και ενδυνάμωση γαστροκνημίας.

Πλήρη αθλητική δραστηριότητα μπορεί να έχει μετά από 6 - 8 μήνες.

Ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος βρίσκεται στο εσωτερικό του γόνατος. Πήρε το όνομά του από την πορεία που διαγράφει μέσα στην άρθρωση και τη σχέση που έχει με τον οπίσθιο χιαστό.

Η κύρια λειτουργία του πρόσθιου χιαστού είναι να περιορίζει την πρόσθια ολίσθηση της κνήμης σε σχέση με το μηρό καθώς και να ελέγχει την υπέρμετρη στροφική λειτουργία της άρθρωσης.

Η αρθροσκοπική συνδεσμοπλαστική του προσθίου χιαστού συνδέσμου αποτελεί τη πιο σύγχρονη χειρουργική μέθοδο.

Τα πλεονεκτήματά της αρθροσκοπικής πλαστικής του προσθίου χιαστού, είναι:

  • Λιγότερος χειρουργικός χρόνος
  • Μικρότερη παραμονή στην κλινική
  • Λιγότερος μετεγχειρητικός πόνος
  • Γρηγορότερη αποκατάσταση του ατόμου
  • Γρηγορότερη επαναφορά στις δραστηριότητές του

Ο στόχος της επέμβασης είναι να αποκαταστήσει την σταθερότητα της άρθρωσης έτσι ώστε να αποτραπεί το δυνατόν ο κίνδυνος πρόωρης εκφύλισης (οστεοαρθρίτιδα) και να επαναφέρει το άτομο το συντομότερο δυνατό στη καθημερινή του δραστηριότητα.

Η αρθροσκοπική ανακατασκευή της ρήξης του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου εφαρμόζεται σε ασθενείς με ολική ρήξη του συνδέσμου ο οποίος εμφανίζει λειτουργικές δυσκολίες κατά τη διάρκεια των ανατομικών κινήσεων και των καθημερινών δραστηριοτήτων.

Επίσης ένδειξη χειρουργικής αντιμετώπισης αποτελεί η πολλαπλή ρήξη των συνδέσμων του γόνατος π.χ. ρήξη του οπίσθιου χιαστού μαζί με ρήξη του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου ή με ρήξη του έξω πλαγίου συνδέσμου, εξάρθρημα του γόνατος και άλλες.

Έχουν αναπτυχθεί πολλές χειρουργικές τεχνικές για την αντιμετώπιση της ρήξης του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου και ο κύριος στόχος αυτών είναι η αποκατάσταση της φυσιολογικής ανατομίας του συνδέσμου.

Τα μοσχεύματα που χρησιμοποιούνται για την αναδημιουργία του συνδέσμου είναι αυτομοσχεύματα ή αλλομοσχεύματα.

Υμενίτιδα

Η υμενίτιδα του ισχίου αποτελεί την πιο συχνή αιτία επώδυνου ισχίου σε παιδιά κάτω των 10 ετών. Είναι μη ειδική και αυτοϊώμενη φλεγμονή.

Η υμενίτιδα απαντάται συχνότερα στα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια σε συχνότητα μεγαλύτερη 2 με 5 φορές και αφορά κυρίως παιδιά 3 -10 ετών.

Η εμφάνιση υμενίτιδας σε βρέφη ή σε πολύ μεγαλύτερα παιδιά αν και είναι δυνατή είναι σπανιότερη.

Η κλινική εικόνα χαρακτηρίζεται από οξεία ή προοδευτική εμφάνιση πόνου στην περιοχή του ισχίου, ο οποίος αντανακλά προς τη βουβωνική περιοχή και την πρόσθια-έσω επιφάνεια του μηρού έως το γόνατο.

Η θεραπεία υμενίτιδας του ισχίου περιλαμβάνει την κατάκλιση, τον περιορισμό της δραστηριότητας του παιδιού και την αποφυγή βάδισης, ενώ είναι δυνατό να χρειαστεί η εφαρμογή δερματικής έλξης με το ισχίο σε κάμψη.

Η πάθηση της υμενίτιδας αυτοϊάται έτσι ώστε σε μία έως 3 εβδομάδες μετά την προσβολή δεν υπάρχουν πλέον συμπτώματα. Υποτροπή όμως είναι δυνατή.

Ορογονοθυλακίτιδα

Η ορογονοθυλακίτιδα παρουσιάζεται όταν ο ορογόνος θύλακας φλεγμαίνεται, πονάει, διογκώνεται λόγω υγρού και φαίνεται κάτω από δέρμα.

Η ορογονοθυλακίτιδα οφείλεται σε μηχανικά αίτια (μικροτραυματισμοί), φλεγμονώδη αίτια (ρευματοειδής αρθρίτιδα) και εναπόθεση κρυστάλλων (ουρικού νατρίου, πυροφωσφορικού ασβεστίου).

Εάν η διόγκωση δεν προχωρήσει με φαρμακευτική αγωγή, τότε, απαιτείται παρακέντηση.

Η παρακέντηση από μόνη της και η προφύλαξη από κακώσεις, αποτελούν επαρκή μέτρα για την αντιμετώπιση της ορογονοθυλακίτιδας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, χρειάζεται χειρουργική εξαίρεση του ορογόνου θυλάκου (υμενεκτομή).

ΓΙΑΤΙ ΕΜΑΣ

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων εφημερεύει και βρίσκεται σε συνεχή, 24ωρη ετοιμότητα, για την αντιμετώπιση των πλέον σύνθετων περιστατικών αθλητικών τραυμάτων.

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων διαθέτει εξειδικευμένους ιατρούς, καθώς και τον απαραίτητο υλικοτεχνικό εξοπλισμό για την εφαρμογή των πιο σύγχρονων χειρουργικών μεθόδων αντιμετώπισης των αθλητικών κακώσεων.

Στο τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων εφαρμόζονται οι πλέον σύγχρονες και πρωτοποριακές τεχνικές με τα καλύτερα λειτουργικά αποτελέσματα.

Για τη συνολική θεραπεία των ασθενών το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων υποστηρίζεται από όλες τις ιατρικές ειδικότητες.

Ο Όμιλος Ιατρικού Αθηνών αποτελεί ιατρικό υποστηρικτή των μεγαλύτερων αθλητικών σωματείων.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στο τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων διενεργούνται αρθροσκοπικές επεμβάσεις γόνατος, ώμου, ισχίου, αγκώνος, ποδοκνημικής, καρπού (αποκατάσταση ρήξεων μηνίσκου, βλαβών τενόντων και ρήξεων συνδέσμων).

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων εφημερεύει και λειτουργεί όλο το 24ωρο παρέχοντας υψηλού επιπέδου ιατρο – νοσηλευτικές υπηρεσίες σε υπερσύγχρονους χώρους, καθώς και δυνατότητα ελεύθερης επιλογής του θεράποντος ιατρού ανάμεσα από μία ομάδα έμπειρων επιστημόνων και εξειδικευμένων Χειρουργών.

Για τη συνολική θεραπεία των ασθενών το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων υποστηρίζεται από όλες τις ιατρικές ειδικότητες.

ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων αποτελεί σημείο αναφοράς για τον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών.

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων παρουσιάζει μεγάλη εξειδίκευση στην αντιμετώπιση κάθε είδους αθλητικών κακώσεων, όπως:

Αρθροσκόπηση γόνατος, ώμου, ισχίου, αγκώνος, ποδοκνημικής, καρπού. Αποκατάσταση ρήξεων μηνίσκων, τενόντων, χιαστών συνδέσμων, μυοτενοντίου πετάλου του ώμου, βλαβών του αρθρικού χόνδρου, μεταμόσχευση χόνδρου, θεραπεία με αυτόλογους παράγοντες.

Στο τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων οι βλάβες του αρθρικού χόνδρου αντιμετωπίζονται μέσω τρισδιάστατης αυτόλογης καλλιέργειας χονδροκυττάρων και θεραπείας με τη χρήση αρχέγονων κυττάρων (βλαστοκυττάρων).

ΠΑΘΗΣΕΙΣ

Ο αρθρικός χόνδρος είναι ένας ινοχόνδρινος ιστός πάχους 2 - 3 χιλιοστών, οποίος καλύπτει τις αρθρικές επιφάνειες των αρθρώσεων του σώματος. Ο αρθρικός χόνδρος αποτελεί μία ομαλή ολισθαίνουσα επιφάνεια που καλύπτει τις αρθρικές επιφάνειες των αρθρώσεων. Ο αρθρικός χόνδρος είναι υψηλής αντοχής ιστός, αλλά δυστυχώς στερείται αγγείων και νεύρων.

Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση τραυματικής βλάβης του χόνδρου ή προοδευτικής εκφύλισης σε μεγάλη ηλικία δεν υπάρχει δυνατότητα επούλωσης της βλάβης.

Προοδευτικά λοιπόν μία άρθρωση με βλάβη χόνδρου καταλήγει σε αρθρίτιδα.

Οι χρόνιες εκφυλιστικές βλάβες του αρθρικού χόνδρου, κυρίως σε άτομα μεγάλης ηλικίας, είναι βλάβες μη αναστρέψιμες και καταλήγουν σε αρθρίτιδα.

Σε αυτές τις περιπτώσεις η μέθοδος εκλογής είναι η αντικατάσταση της άρθρωσης (ολική αρθροπλαστική, ημιολική αρθροπλαστική).

Στις περιπτώσεις εστιακών βλαβών του γόνατος σε νεαρά άτομα, κυρίως μετά από τραυματισμό, η σύγχρονη επιστήμη μας δίνει δυνατότητες αντιμετώπισης.

Οι εστιακές βλάβες του χόνδρου ταξινομούνται αναλόγως του βαθμού και της έκτασης της βλάβης σε τρία στάδια:

  • ΣΤΑΔΙΟ I: Μαλάκυνση και εμβύθυνση του αρθρικού χόνδρου.
  • ΣΤΑΔΙΟ II: Ανάπτυξη ρωγμών του αρθρικού χόνδρου.
  • ΣΤΑΔΙΟ III: Έλλειμμα του αρθρικού χόνδρου με εμβύθυνση του υποχόνδριου οστού,

Η θλάση των οπίσθιων μηριαίων μυών είναι ένας αρκετά συχνός τραυματισμός, ο οποίος ταλαιπωρεί κυρίως αθλητές που ασχολούνται με αθλήματα ταχυδύναμης, όπως το ποδόσφαιρο, μπάσκετ, τένις, βόλεϊ, άλματα, ταχύτητες κ.α.

Ως θλάση ορίζουμε τη μερική ή ολική ρήξη ενός μυός. Οι οπίσθιοι μηριαίοι αποτελούνται από το δικέφαλο μηριαίο, τον ημιυμενώδη και τον ημιτενοντώδη μυ. Πρόκειται για τη μυϊκή ομάδα που βρίσκεται στην οπίσθια επιφάνεια του μηρού και που έχει σαν κύρια λειτουργία της την κάμψη του γόνατος.

Κατά τη διάρκεια της ταχυδύναμης οι μυϊκές διαστολές γίνονται με μεγάλη συχνότητα, με αποτέλεσμα η οξειδοαναγωγική κατάσταση του αίματος να μειώνει τη λειτουργική ικανότητα των μυών.

Όταν λοιπόν η ενέργεια που εξασκείται στους οπίσθιους μηριαίους μύες ξεπερνά το όριο αντοχής τους, προκαλείται μερική ή ολική ρήξη τους.

Αίτια θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών

Αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν μυϊκούς τραυματισμούς των κάτω άκρων σε αθλήματα ταχυδύναμης:

  • Τραυματισμοί που οφείλονται στην ΟΜΣΣ (Οσφυϊκή Μοίρα Σπονδυλικής Στήλης), συχνά με ιερολαγόνιο ερεθισμό (ισχιοκνημιαίοι, προσαγωγοί, κοιλιακοί).
  • Τραυματισμοί που οφείλονται στην έλλειψη ελαστικότητας των μυών ή στην έλλειψη κινητικής τροχιάς κάποιων σχετικών αρθρώσεων (π.χ. ισχίο, γόνατο, ποδοκνημική).
  • Τραυματισμοί που οφείλονται στην κακή φυσική κατάσταση και το οξειδωτικό stress.
  • Συνήθως, η ακολουθία του τραυματισμού είναι: κακή φυσική κατάσταση - υπερκόπωση - υπερδιάταση - μυϊκή θλάση.

Άμεσοι παράγοντες που σχετίζονται με τη θλάση οπίσθιων μηριαίων:

  • Κακή προθέρμανση.
  • Ελλιπής τροχιά κίνησης (ισχίο - γόνατο - ποδοκνημική).
  • Υπερδιάταση της μυοτενόντιας μάζας.
  • Κόπωση λόγω κακής φυσικής κατάστασης.
  • Πλημμελής αποκατάσταση από προηγούμενο τραυματισμό.

Διάγνωση θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών

H διάγνωση της θλάσης των οπίσθιων μηριαίων είναι συνήθως εύκολο να γίνει κλινικά, λόγω των συμπτωμάτων που προκύπτουν ανάλογα με το βαθμό σοβαρότητας της θλάσης.

Το υπερηχογράφημα και η μαγνητική τομογραφία είναι οι διαγνωστικές μέθοδοι που μας παρέχουν αρκετά στοιχεία ώστε να διαγνώσουμε τη σοβαρότητα και το βαθμό της θλάσης.

Οι θλάσεις οπίσθιων μηριαίων ανάλογα με τη σοβαρότητα τους διακρίνονται σε τρεις βαθμούς:

1ου Βαθμού: Μικρής έντασης πόνος και μικρό οίδημα στην περιοχή. Δεν υπάρχει περιορισμός στην κίνηση και ο μυς διατηρεί τη λειτουργικότητα σε χαμηλής έντασης έργο.

2ου Βαθμού: Υπάρχει ρήξη μυϊκών ινών με έντονα τα στοιχεία της τοπικής φλεγμονής (θερμότητα, οίδημα, πόνος κατά την κίνηση).

3ου Βαθμού: Πλήρης ρήξη της μυοτενόντιας μοίρας του μυός με αδυναμία κίνησης, έντονο πόνο και εκτεταμένο αιμάτωμα (πολλές φορές υπάρχουν οδηγίες για χειρουργική αντιμετώπιση).

Θεραπεία θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών

Βασικές αρχές αντιμετώπισης, μετά τον τραυματισμό, είναι η ανάπαυση του μέλους, με εφαρμογή ψυχρών επιθεμάτων, για τον περιορισμό της έκτασης του αιματώματος, 2 - 4 φορές την ημέρα, ανάλογα με το βαθμό της θλάσης, συνήθως για 24 έως και 48 ώρες.

Γίνεται περίδεση της πάσχουσας περιοχής με ελαστικό επίδεσμο, για τη μείωση του ενδομυϊκού χώρου, περιορίζοντας έτσι την έκταση του αιματώματος. Τοποθετούμε το μέλος σε ανάρροπη θέση, στην προσπάθεια μας να μειώσουμε το οίδημα, ενώ η χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων στο πρώτο στάδιο της θεραπείας βοήθα στη μείωση των συμπτωμάτων τις πρώτες ημέρες.

Η θεραπεία της θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών έχει πάντα σα στόχο τον περιορισμό του αιματώματος και τη μείωση όλων των φλεγμονωδών αντιδράσεων που προκύπτουν στην περιοχή, αυξάνοντας την επουλωτική διαδικασία για την αποκατάσταση του μυϊκού ιστού.

Η φυσικοθεραπεία σε αυτήν τη φάση επιβάλλεται. Ενδοδιαθερμία, laser, διασταυρούμενα ρεύματα, υπέρηχος, υδροθεραπεία είναι τα μέσα που χρησιμοποιούνται συνήθως.

Η μάλαξη, με μεγάλη προσοχή, προς αποφυγήν αύξησης του τοπικού αιματώματος, μπορεί να ξεκινήσει μετά τις 48 ώρες και έχει ουσιαστικό ρόλο στη διευθέτηση του ουλώδους ιστού και τη γρήγορη απορρόφηση του αιματώματος.

Η κατάλληλη αντιμετώπιση της θλάσης οπίσθιων μηριαίων μυών τις πρώτες ώρες μετά τον τραυματισμό έχει σημαντική επίδραση στην εξέλιξη της γρήγορης και σωστής αποκατάστασης της θλάσης. Ο στόχος είναι πάντα η αντιμετώπιση της οξείας αντίδρασης στην περιοχή, με ταυτόχρονη επιτάχυνση της επουλωτικής διαδικασίας, η οποία διαρκεί ανάλογα με το βαθμό της θλάσης.

Η κάκωση του μηνίσκου στις περισσότερες περιπτώσεις είναι συνώνυμη με τη «ρήξη μηνίσκου» και εμφανίζεται συνήθως στα γόνατα των αθλητών.

Η κάκωση μηνίσκου προκαλεί δυσλειτουργία και απώλεια της σταθερότητας του γόνατος. Οι κακώσεις -ρήξεις διακρίνονται σε κάθετες/κατακόρυφες και οριζόντιες.

Η διάγνωση της ρήξης μηνίσκου γίνεται με κλινική εξέταση. Επιβεβαιώνεται διαγνωστικά, με απεικονιστικές μεθόδους, όπως το αρθρογράφημα, το υπερηχογράφημα και η μαγνητική τομογραφία για τον καθορισμό και σωστότερο σχεδιασμό της θεραπείας.

Η θεραπεία της ρήξης μηνίσκου μπορεί να είναι συντηρητική σε μικρές, ασυμπτωματικές και εκφυλιστικού τύπου ρήξεις.

Η αρθροσκοπική χειρουργική θεραπεία στοχεύει στη διατήρηση όσο το δυνατό μεγαλύτερου τμήματος μηνισκικού ιστού, λόγω της σπουδαιότητας του μηνίσκου στην απορρόφηση/κατανομή φορτίων και στην προστασία του γόνατος.

Κατά τη διάρκεια της αρθροσκόπησης, ο ορθοπαιδικός γιατρός μπορεί να εισάγει ειδικά χειρουργικά εργαλεία από τη δεύτερη οπή δρώντας με τον τρόπο αυτό διαγνωστικά και θεραπευτικά.

Με τα εργαλεία, ο ορθοπαιδικός ομαλοποιεί το φθαρμένο αρθρικό χόνδρο, αφαιρεί τα ελεύθερα σωμάτια (τμήματα χόνδρου ή μηνίσκου), «πλένοντας» την άρθρωση και αφαιρώντας τα μόρια που προκαλούν φλεγμονή.

Εάν διαπιστωθεί ρήξη του μηνίσκου ή του συνδέσμου γίνεται ταυτόχρονη επιδιόρθωση αυτών.

Η έγκαιρη αρθροσκόπηση του γόνατος μπορεί να καθυστερήσει την εξέλιξη της οστεοαρθρίτιδας, άρα και την αναγκαιότητα για πιο σοβαρές χειρουργικές επεμβάσεις, όπως η αρθροπλαστική.

Ο Αχίλλειος τένοντας είναι ένας τένοντας που βρίσκεται στην οπίσθια επιφάνεια της κνήμης, είναι ο κοινός τένοντας του γαστροκνημίου και υποκνημιδίου μυός και καταφύεται στην οπίσθια επιφάνεια της φτέρνας.

Ο Αχίλλειος τένοντας είναι ο ισχυρότερος τένοντας του ανθρωπίνου σώματος έχει μήκος περίπου 15 εκατοστά και εύρος 6 - 4 εκατοστά κοντά στην κατάφυσή του.

Ο Αχίλλειος τένοντας μπορεί να δεχθεί φορτία τέσσερις φορές το βάρος του σώματος κατά τη βάδιση και 7,7 φορές το βάρος του σώματος κατά τη διάρκεια τρεξίματος.

Οι πιο συχνές παθήσεις του Αχίλλειου τένοντα είναι η τενοντίτιδα του Αχίλλειου και οι ρήξεις του Αχίλλειου.

Η τενοντίτιδα Αχίλλειου οφείλεται σε υψηλές καταπονήσεις του τένοντα (overuse) που επιφέρουν μικροσκοπικές ρήξεις των ινών του κολλαγόνου και δημιουργία ουλώδους ιστού, ανελαστικότητα και φλεγμονή στο περιτενόντιο έλυτρο.

Τα συμπτώματα της τενοντίτιδας Αχίλλειου είναι πόνος, τοπική ευαισθησία στην ψηλάφηση του τένοντα, αδυναμία αθλήσεως

Οι ρήξεις του Αχίλλειου τένοντα συμβαίνουν κυρίως κατά τη διάρκεια αθλητικής δραστηριότητας, όταν κυρίως ο τένοντας υφίσταται απότομη έκκεντρη διάταση ή σύσπαση.

Πολύ συχνά, οι ασθενείς με ρήξη Αχίλλειου τένοντα αναφέρουν παλαιά επεισόδια τενοντίτιδας και φλεγμονή του τένοντα ή πάσχουν από συστηματική νόσο, όπως κολλαγόνωση, ρευματοπάθεια, υπερχοληστεριναιμία, κ.λπ.

Η ρήξη Αχίλλειου τένοντα γίνεται συνήθως 2-3 εκατοστά πάνω από το σημείο κατάφυσης του τένοντα και αυτό συμβαίνει διότι στην περιοχή αυτή υπάρχει μειωμένη αιμάτωση.

Συνήθως, η θεραπεία των ρήξεων του Αχίλλειου τένοντα είναι χειρουργική με τελικοτελική συρραφή του τένοντα. Η χειρουργική θεραπεία μπορεί να είναι με ανοικτή συρραφή του Αχίλλειου ή διαδερμική του τένοντα χωρίς εξωτερικό τραύμα.

Η συντηρητική αγωγή των ρήξεων του Αχίλλειου τένοντα είναι η εφαρμογή ειδικών κηδεμόνων με τον άκρο πόδα σε ιπποποδία για δύο μήνες.

Η χειρουργική θεραπεία ρήξης Αχίλλειου τένοντα εμφανίζει ποσοστά επαναρήξεων 3-4 %, ενώ η συντηρητική θεραπεία 20-30 %.

Τα αποτελέσματα της ανοικτής και διαδερμικής συρραφής σε βάθος χρόνου είναι τα ίδια, πλην όμως η ανοικτή συρραφή εμφανίζει, υψηλότερα ποσοστά διεγχειρητικών και μετεγχειρητικών επιπλοκών, όπως φλεγμονή ή νεκρώσεις του δέρματος ή δυσκαμψία.

Η διαδερμική συρραφή είναι η κλειστή τοποθέτηση ραμμάτων κεντρικά στο μυοτενόντιο τμήμα του τένοντα και η τοποθέτηση αυτών υποδορίως, στο περιφερικό τμήμα στο επίπεδο της κατάφυσης με τη πτέρνα δίκην Π.

Η συρραφή του ράμματος κεντρικά φέρνει τα δύο άκρα του τένοντα σε επαφή. Εν συνεχεία, τοποθετείται ειδικός κνημοποδικός κηδεμόνας σε ιπποποδία.

Ο ασθενής εξέρχεται του νοσοκομείου 6 - 7 ώρες μετά την επέμβαση, φορώντας ειδικό κηδεμόνα, με τον άκρο πόδα σε ιπποποδία. Βαδίζει με βακτηρίες μασχάλης περίπου για ένα μήνα.

Δύο εβδομάδες μετεγχειρητικά βελτιώνουμε προοδευτικά την ιπποποδία ανά εβδομάδα και περίπου στις έξι εβδομάδες η ποδοκνημική βρίσκεται σε ουδέτερη θέση 90ο και ο ασθενής μπορεί να φορτίζει το σκέλος χωρίς βακτηρίες.

Περίπου στους δύο μήνες αφαιρείται ο κηδεμόνας και ξεκινά πρόγραμμα φυσιοθεραπείας με διατάσεις, μυϊκή ενδυνάμωση και βελτίωση του εύρους κίνησης της ποδοκνημικής.

Στους τρεις μήνες ο ασθενής μπορεί να αρχίσει ελαφρό τρέξιμο, ποδήλατο, ασκήσεις ισορροπίας, διατάσεις και ενδυνάμωση γαστροκνημίας.

Πλήρη αθλητική δραστηριότητα μπορεί να έχει μετά από 6 - 8 μήνες.

Ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος βρίσκεται στο εσωτερικό του γόνατος. Πήρε το όνομά του από την πορεία που διαγράφει μέσα στην άρθρωση και τη σχέση που έχει με τον οπίσθιο χιαστό.

Η κύρια λειτουργία του πρόσθιου χιαστού είναι να περιορίζει την πρόσθια ολίσθηση της κνήμης σε σχέση με το μηρό καθώς και να ελέγχει την υπέρμετρη στροφική λειτουργία της άρθρωσης.

Η αρθροσκοπική συνδεσμοπλαστική του προσθίου χιαστού συνδέσμου αποτελεί τη πιο σύγχρονη χειρουργική μέθοδο.

Τα πλεονεκτήματά της αρθροσκοπικής πλαστικής του προσθίου χιαστού, είναι:

  • Λιγότερος χειρουργικός χρόνος
  • Μικρότερη παραμονή στην κλινική
  • Λιγότερος μετεγχειρητικός πόνος
  • Γρηγορότερη αποκατάσταση του ατόμου
  • Γρηγορότερη επαναφορά στις δραστηριότητές του

Ο στόχος της επέμβασης είναι να αποκαταστήσει την σταθερότητα της άρθρωσης έτσι ώστε να αποτραπεί το δυνατόν ο κίνδυνος πρόωρης εκφύλισης (οστεοαρθρίτιδα) και να επαναφέρει το άτομο το συντομότερο δυνατό στη καθημερινή του δραστηριότητα.

Η αρθροσκοπική ανακατασκευή της ρήξης του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου εφαρμόζεται σε ασθενείς με ολική ρήξη του συνδέσμου ο οποίος εμφανίζει λειτουργικές δυσκολίες κατά τη διάρκεια των ανατομικών κινήσεων και των καθημερινών δραστηριοτήτων.

Επίσης ένδειξη χειρουργικής αντιμετώπισης αποτελεί η πολλαπλή ρήξη των συνδέσμων του γόνατος π.χ. ρήξη του οπίσθιου χιαστού μαζί με ρήξη του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου ή με ρήξη του έξω πλαγίου συνδέσμου, εξάρθρημα του γόνατος και άλλες.

Έχουν αναπτυχθεί πολλές χειρουργικές τεχνικές για την αντιμετώπιση της ρήξης του οπίσθιου χιαστού συνδέσμου και ο κύριος στόχος αυτών είναι η αποκατάσταση της φυσιολογικής ανατομίας του συνδέσμου.

Τα μοσχεύματα που χρησιμοποιούνται για την αναδημιουργία του συνδέσμου είναι αυτομοσχεύματα ή αλλομοσχεύματα.

Υμενίτιδα

Η υμενίτιδα του ισχίου αποτελεί την πιο συχνή αιτία επώδυνου ισχίου σε παιδιά κάτω των 10 ετών. Είναι μη ειδική και αυτοϊώμενη φλεγμονή.

Η υμενίτιδα απαντάται συχνότερα στα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια σε συχνότητα μεγαλύτερη 2 με 5 φορές και αφορά κυρίως παιδιά 3 -10 ετών.

Η εμφάνιση υμενίτιδας σε βρέφη ή σε πολύ μεγαλύτερα παιδιά αν και είναι δυνατή είναι σπανιότερη.

Η κλινική εικόνα χαρακτηρίζεται από οξεία ή προοδευτική εμφάνιση πόνου στην περιοχή του ισχίου, ο οποίος αντανακλά προς τη βουβωνική περιοχή και την πρόσθια-έσω επιφάνεια του μηρού έως το γόνατο.

Η θεραπεία υμενίτιδας του ισχίου περιλαμβάνει την κατάκλιση, τον περιορισμό της δραστηριότητας του παιδιού και την αποφυγή βάδισης, ενώ είναι δυνατό να χρειαστεί η εφαρμογή δερματικής έλξης με το ισχίο σε κάμψη.

Η πάθηση της υμενίτιδας αυτοϊάται έτσι ώστε σε μία έως 3 εβδομάδες μετά την προσβολή δεν υπάρχουν πλέον συμπτώματα. Υποτροπή όμως είναι δυνατή.

Ορογονοθυλακίτιδα

Η ορογονοθυλακίτιδα παρουσιάζεται όταν ο ορογόνος θύλακας φλεγμαίνεται, πονάει, διογκώνεται λόγω υγρού και φαίνεται κάτω από δέρμα.

Η ορογονοθυλακίτιδα οφείλεται σε μηχανικά αίτια (μικροτραυματισμοί), φλεγμονώδη αίτια (ρευματοειδής αρθρίτιδα) και εναπόθεση κρυστάλλων (ουρικού νατρίου, πυροφωσφορικού ασβεστίου).

Εάν η διόγκωση δεν προχωρήσει με φαρμακευτική αγωγή, τότε, απαιτείται παρακέντηση.

Η παρακέντηση από μόνη της και η προφύλαξη από κακώσεις, αποτελούν επαρκή μέτρα για την αντιμετώπιση της ορογονοθυλακίτιδας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, χρειάζεται χειρουργική εξαίρεση του ορογόνου θυλάκου (υμενεκτομή).

ΓΙΑΤΙ ΕΜΑΣ

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων εφημερεύει και βρίσκεται σε συνεχή, 24ωρη ετοιμότητα, για την αντιμετώπιση των πλέον σύνθετων περιστατικών αθλητικών τραυμάτων.

Το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων διαθέτει εξειδικευμένους ιατρούς, καθώς και τον απαραίτητο υλικοτεχνικό εξοπλισμό για την εφαρμογή των πιο σύγχρονων χειρουργικών μεθόδων αντιμετώπισης των αθλητικών κακώσεων.

Στο τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων εφαρμόζονται οι πλέον σύγχρονες και πρωτοποριακές τεχνικές με τα καλύτερα λειτουργικά αποτελέσματα.

Για τη συνολική θεραπεία των ασθενών το τμήμα Χειρουργικής Αθλητικών Κακώσεων υποστηρίζεται από όλες τις ιατρικές ειδικότητες.

Ο Όμιλος Ιατρικού Αθηνών αποτελεί ιατρικό υποστηρικτή των μεγαλύτερων αθλητικών σωματείων.