Παθήσεις Αχίλλειου τένοντα

Ο Αχίλλειος τένοντας είναι ένας τένοντας που βρίσκεται στην οπίσθια επιφάνεια της κνήμης, είναι ο κοινός τένοντας του γαστροκνημίου και υποκνημιδίου μυός και καταφύεται στην οπίσθια επιφάνεια της φτέρνας.

Ο Αχίλλειος τένοντας είναι ο ισχυρότερος τένοντας του ανθρωπίνου σώματος έχει μήκος περίπου 15 εκατοστά και εύρος 6 - 4 εκατοστά κοντά στην κατάφυσή του.

Ο Αχίλλειος τένοντας μπορεί να δεχθεί φορτία τέσσερις φορές το βάρος του σώματος κατά τη βάδιση και 7,7 φορές το βάρος του σώματος κατά τη διάρκεια τρεξίματος.

Οι πιο συχνές παθήσεις του Αχίλλειου τένοντα είναι η τενοντίτιδα του Αχίλλειου και οι ρήξεις του Αχίλλειου.

Η τενοντίτιδα Αχίλλειου οφείλεται σε υψηλές καταπονήσεις του τένοντα (overuse) που επιφέρουν μικροσκοπικές ρήξεις των ινών του κολλαγόνου και δημιουργία ουλώδους ιστού, ανελαστικότητα και φλεγμονή στο περιτενόντιο έλυτρο.

Τα συμπτώματα της τενοντίτιδας Αχίλλειου είναι πόνος, τοπική ευαισθησία στην ψηλάφηση του τένοντα, αδυναμία αθλήσεως

Οι ρήξεις του Αχίλλειου τένοντα συμβαίνουν κυρίως κατά τη διάρκεια αθλητικής δραστηριότητας, όταν κυρίως ο τένοντας υφίσταται απότομη έκκεντρη διάταση ή σύσπαση.

Πολύ συχνά, οι ασθενείς με ρήξη Αχίλλειου τένοντα αναφέρουν παλαιά επεισόδια τενοντίτιδας και φλεγμονή του τένοντα ή πάσχουν από συστηματική νόσο, όπως κολλαγόνωση, ρευματοπάθεια, υπερχοληστεριναιμία, κ.λπ.

Η ρήξη Αχίλλειου τένοντα γίνεται συνήθως 2-3 εκατοστά πάνω από το σημείο κατάφυσης του τένοντα και αυτό συμβαίνει διότι στην περιοχή αυτή υπάρχει μειωμένη αιμάτωση.

Συνήθως, η θεραπεία των ρήξεων του Αχίλλειου τένοντα είναι χειρουργική με τελικοτελική συρραφή του τένοντα. Η χειρουργική θεραπεία μπορεί να είναι με ανοικτή συρραφή του Αχίλλειου ή διαδερμική του τένοντα χωρίς εξωτερικό τραύμα.

Η συντηρητική αγωγή των ρήξεων του Αχίλλειου τένοντα είναι η εφαρμογή ειδικών κηδεμόνων με τον άκρο πόδα σε ιπποποδία για δύο μήνες.

Η χειρουργική θεραπεία ρήξης Αχίλλειου τένοντα εμφανίζει ποσοστά επαναρήξεων 3-4 %, ενώ η συντηρητική θεραπεία 20-30 %.

Τα αποτελέσματα της ανοικτής και διαδερμικής συρραφής σε βάθος χρόνου είναι τα ίδια, πλην όμως η ανοικτή συρραφή εμφανίζει, υψηλότερα ποσοστά διεγχειρητικών και μετεγχειρητικών επιπλοκών, όπως φλεγμονή ή νεκρώσεις του δέρματος ή δυσκαμψία.

Η διαδερμική συρραφή είναι η κλειστή τοποθέτηση ραμμάτων κεντρικά στο μυοτενόντιο τμήμα του τένοντα και η τοποθέτηση αυτών υποδορίως, στο περιφερικό τμήμα στο επίπεδο της κατάφυσης με τη πτέρνα δίκην Π.

Η συρραφή του ράμματος κεντρικά φέρνει τα δύο άκρα του τένοντα σε επαφή. Εν συνεχεία, τοποθετείται ειδικός κνημοποδικός κηδεμόνας σε ιπποποδία.

Ο ασθενής εξέρχεται του νοσοκομείου 6 - 7 ώρες μετά την επέμβαση, φορώντας ειδικό κηδεμόνα, με τον άκρο πόδα σε ιπποποδία. Βαδίζει με βακτηρίες μασχάλης περίπου για ένα μήνα.

Δύο εβδομάδες μετεγχειρητικά βελτιώνουμε προοδευτικά την ιπποποδία ανά εβδομάδα και περίπου στις έξι εβδομάδες η ποδοκνημική βρίσκεται σε ουδέτερη θέση 90ο και ο ασθενής μπορεί να φορτίζει το σκέλος χωρίς βακτηρίες.

Περίπου στους δύο μήνες αφαιρείται ο κηδεμόνας και ξεκινά πρόγραμμα φυσιοθεραπείας με διατάσεις, μυϊκή ενδυνάμωση και βελτίωση του εύρους κίνησης της ποδοκνημικής.

Στους τρεις μήνες ο ασθενής μπορεί να αρχίσει ελαφρό τρέξιμο, ποδήλατο, ασκήσεις ισορροπίας, διατάσεις και ενδυνάμωση γαστροκνημίας.

Πλήρη αθλητική δραστηριότητα μπορεί να έχει μετά από 6 - 8 μήνες.