Επεμβατική Καρδιολογία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το Τμήμα Επεμβατικής Καρδιολογίας και Ηλεκτροφυσιολογίας έχει ως βασική δέσμευση και αποστολή του τη διενέργεια της πρωτογενούς αγγειοπλαστικής οποιαδήποτε ώρα και ημέρα, της άμεσης δηλαδή διάνοιξης της αποφραγμένης αρτηρίας σε περίπτωση οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου με άριστα αποτελέσματα.

Η μέθοδος πρωτογενούς αγγειοπλαστικής είναι διεθνώς καθιερωμένη ως η καλύτερη αντιμετώπιση του οξέος εμφράγματος, απαιτεί ετοιμότητα και έμπειρο προσωπικό και επιτελείται σε πολύ λίγα κέντρα στη χώρα μας σε 24/ωρη βάση.

ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Το Εργαστήριο Επεμβατικής Καρδιολογίας διαθέτει σύγχρονες αίθουσες αιμοδυναμικού εργαστηρίου, όπου αντιμετωπίζεται σε καθημερινή βάση και σε όλη τη διάρκεια του 24/ώρου όλο το φάσμα της στεφανιαίας νόσου, της περιφερικής αγγειακής νόσου αλλά και των δομικών - συγγενών καρδιοπαθειών τόσο διαγνωστικά όσο και θεραπευτικά.

Στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών λειτουργεί το μοναδικό στην Ελλάδα, νέο πιστοποιημένο Ρομποτικό Υβριδικό Χειρουργείο –«ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ», σημείο αναφοράς για πολύπλοκες αορτικές και άλλες χειρουργικές παθήσεις, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. 

Στις διαγνωστικές επεμβάσεις καρδιολογίας ανήκει η στεφανιογραφία (απεικόνιση των αρτηριών της καρδιάς για την αξιολόγηση της βαρύτητας της στεφανιαίας νόσου). Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η στεφανιογραφία πραγματοποιείται με προσπέλαση από το χέρι και την κερκιδική αρτηρία (ελάχιστα επεμβατική), με την οποία επιτυγχάνεται χωρίς κίνδυνο αιμορραγίας η γρήγορη κινητοποίηση του ασθενούς και εξιτήριο σε λίγες ώρες.

Επίσης, στο Εργαστήριο Επεμβατικής Καρδιολογίας διενεργείται πλήρης αιμοδυναμικός - απεικονιστικός έλεγχος δεξιών και αριστερών κοιλοτήτων για την ακριβή διάγνωση βαλβιδοπαθειών, ανευρυσμάτων αορτής, καρδιακής ανεπάρκειας, συγγενών καρδιοπαθειών και πνευμονικής υπέρτασης.

Στις επεμβατικές πράξεις ανήκουν η αγγειοπλαστική - τοποθέτηση stent τελευταίας γενιάς στις στεφανιαίες αρτηρίες, όταν διαπιστώνονται σημαντικές στενώσεις με περιστασιακή παράλληλη χρήση ενδοστεφανιαίου υπέρηχου.

Η αγγειοπλαστική επέμβαση γίνεται κατά την ίδια συνεδρία με τη στεφανιογραφία, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, από την ίδια τομή στο πόδι ή στο χέρι (κερκιδική προσπέλαση).

Βασική δέσμευση και αποστολή του Τμήματος Επεμβατικής Καρδιολογίας είναι η διενέργεια της πρωτογενούς αγγειοπλαστικής οποιαδήποτε ώρα και ημέρα, δηλαδή της άμεσης διάνοιξης της αποφραγμένης αρτηρίας σε περίπτωση οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου με άριστα αποτελέσματα.

Η μέθοδος πρωτογενούς αγγειοπλαστικής είναι διεθνώς καθιερωμένη ως η καλύτερη αντιμετώπιση του οξέος εμφράγματος, απαιτεί ετοιμότητα και έμπειρο προσωπικό και επιτελείται σε πολύ λίγα κέντρα στη χώρα μας σε 24ωρη βάση.

Άμεση προτεραιότητα είναι η προώθηση του προγράμματος διαδερμικής εμφύτευσης αορτικής βαλβίδας (TAVI) από την εξειδικευμένη ομάδα που αποτελείται από επεμβατικούς καρδιολόγους, καρδιοχειρουργούς, αναισθησιολόγους και αγγειοχειρουργούς.

Άλλες επεμβάσεις καρδιολογίας είναι η αγγειοπλαστική περιφερικών αγγείων (καρωτίδες, νεφρικές αρτηρίες), η αντιμετώπιση συγγενών καρδιοπαθειών, όπως η μεσοκολπική επικοινωνία, το ανοιχτό ωοειδές τρήμα, ο ανοιχτός αρτηριακός πόρος, η βαλβιδοπλαστική με τοποθέτηση stent στη στένωση του ισθμού της αορτής, η βαλβιδοπλαστική μιτροειδούς και πνευμονικής βαλβίδας και η διαδερμική διόρθωση ανεπάρκειας μιτροειδούς βαλβίδας.

Εργαστήριο Ηλεκτροφυσιολογίας και Βηματοδότησης

Στο Εργαστήριο Ηλεκτροφυσιολογίας και Βηματοδότησης πραγματοποιείται όλο το φάσμα των επεμβάσεων ηλεκτροφυσιολογίας και βηματοδότησης από εξειδικευμένους επεμβατικούς ηλεκτροφυσιολόγους.

Εμφυτεύσεις βηματοδοτών

Το Αιμοδυναμικό Εργαστήριο είναι διαθέσιμο όλες τις μέρες και ώρες της εβδομάδας καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου για εμφυτεύσεις μόνιμων βηματοδοτικών συστημάτων σε ασθενείς στους οποίους είναι επείγουσα η εμφύτευση του βηματοδότη.

Στον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών υπάρχει η δυνατότητα για εμφυτεύσεις των πρωτοποριακής τεχνολογίας βηματοδοτών χωρίς καλώδια.

Ο βηματοδότης Micra είναι ο μικρότερος βηματοδότης που έχει εμφυτευθεί μέχρι σήμερα σε άνθρωπο αποτελώντας την επιτομή της σύγχρονης νανοτεχνολογίας.

Η καινοτόμος συσκευή είναι 93% μικρότερη από τους υπάρχοντες βηματοδότες, έχει παρόμοιο μέγεθος με το νόμισμα ενός ευρώ και ελαχιστοποιεί τις επιπλοκές αφού δεν έχει καλώδια ή δεν απαιτεί τη δημιουργία «θήκης» στο στήθος.

Η εμφύτευση βηματοδότη πραγματοποιείται διαμέσου της μηριαίας φλέβας και ο έλεγχός της πραγματοποιείται τηλεμετρικά με δέκτη που τοποθετείται στο θώρακα του ασθενούς.

Εμφυτεύσεις απινιδωτών και αμφικοιλιακών συστημάτων

Η εμφύτευση του απινιδωτή αποτελεί πλέον αναγνωρισμένη θεραπεία που προλαμβάνει τον αιφνίδιο θάνατο σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και σε ασθενείς με δομική καρδιοπάθεια, όπως ασθενείς με έμφραγμα μυοκαρδίου, διατατική μυοκαρδιοπάθεια, υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια και ηλεκτρικά νοσήματα της καρδιάς.

Στον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών παρέχουμε τη δυνατότητα εμφύτευσης των σύγχρονων απινιδωτών μικρότερου μεγέθους και μεγαλύτερη διάρκεια Ζώης (πάνω από 10 έτη), οι οποίοι είναι συμβατοί με διενέργεια μαγνητικής τομογραφίας.

Επιπλέον, για τους ασθενείς με συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας εμφυτεύονται συστήματα, τα οποία παρέχουν έγκαιρα τις πληροφορίες για τη συμφόρηση του ασθενούς (μέσω μέτρησης των ενδοθωρακικών αντιστάσεων), δίνοντας τη δυνατότητα για πρώιμη εντατικοποίηση της αγωγής τους και επακόλουθη μείωση νοσηλειών στο νοσοκομείο.

Ένας στους τρεις ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια χρήζουν επίσης εμφύτευσης αμφικοιλιακών συστημάτων μαζί με τον απινιδωτή.

Ο απινιδωτής προλαμβάνει από το αιφνίδιο γεγονός του καρδιακού θανάτου ενώ ο αμφικοιλιακός βηματοδότης στους κατάλληλα επιλεγμένους ασθενείς επανασυγχρονίζει την καρδιακή σύσπαση βελτιώνοντας συχνά θεαματικά την καρδιακή λειτουργία και την κλινική κατάσταση του ασθενούς.

Πανελλήνια πρωτοπορία αποτελεί και η δυνατότητα εμφύτευσης των πρώτων πλήρως υποδόριων απινιδωτών, στους οποίους το απινιδωτικό καλώδιο τοποθετείται υποδορίως στο στέρνο με επακόλουθη μείωση των αγγειακών βλαβών και των λοιμώξεων.

Οι υποδόριοι απινιδωτές αποτελούν ενδεδειγμένη επιλογή σε νέους ασθενείς με μυοκαρδιοπάθειες, συγγενείς καρδιοπάθειες και ηλεκτρικά νοσήματα, εξασφαλίζοντας μια μακρόχρονη ανεπίπλεκτη πορεία.

Επεμβάσεις κατάλυσης (ablation) κολπικής μαρμαρυγής

Οι επεμβάσεις κατάλυσης κολπικής μαρμαρυγής πραγματοποιούνται τόσο με τη σύγχρονη μέθοδο της κρυοπηξίας όσο και με τη βοήθεια των πιο σύγχρονων συστημάτων ηλεκτροανατομικής χαρτογράφησης, τα οποία προσφέρουν επίσης αντικειμενική εκτίμηση κάθε καυτηριασμού (CARTO 3, Smart-touch).

Η αποτελεσματικότητα των επεμβάσεων κατάλυσης κολπικής μαρμαρυγής υπερβαίνει το 80% στο εργαστήριο Επεμβατικής Ηλεκτροφυσιολογίας.

Η κολπική μαρμαρυγή είναι μία νόσος και όχι απλά μια αρρυθμία και χρειάζεται ολιστική αντιμετώπιση με κατάλληλη επιλογή της αντιπηκτικής, αντιαρρυθμικής και επεμβατικής θεραπείας αλλά και των συνοδών νοσημάτων σε συνεργασία με τις άλλες ειδικότητες.

Σε ασθενείς με υψηλό θρομβοεμβολικό κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο και παράλληλα υψηλό αιμορραγικό κίνδυνο υπάρχει επίσης η δυνατότητα για διαδερμική σύγκλειση του ωτίου του αριστερού κόλπου και επακόλουθης διακοπής των αντιπηκτικών φαρμάκων μέσω μίας επέμβασης που πραγματοποιείται διαδερμικά μέσω της μηριαίας φλέβας.

Αξίζει επίσης να τονιστεί ότι και οι καταλύσεις κολπικού πτερυγισμού πραγματοποιούνται με τη βοήθεια των συστημάτων ηλεκτροανατομικής χαρτογράφησης (CARTO 3, Smart-touch) αυξάνοντας κατά πολύ τόσο της αποτελεσματικότητα (μεγαλύτερη του 95%) όσο και την ασφάλεια των καταλύσεων.

Καταλύσεις (ablation) κοιλιακών ταχυκαρδιών

Στο Εργαστήριο Ηλεκτροφυσιολογίας υπάρχει εμπειρία και ειδικό ενδιαφέρον αναφορικά με τη διαχείριση ασθενών με κοιλιακές αρρυθμίες.

Με βάση τον ενδεδειγμένο κλινικοεργαστηριακό έλεγχο επιλέγονται οι ασθενείς στους οποίους θα πραγματοποιηθούν με ιδιαίτερη ασφάλεια και αποτελεσματικότητα οι ενδοκαρδιακές και επικαρδιακές καταλύσεις κοιλιακών ταχυκαρδιών με τη βοήθεια συστημάτων ηλεκτροανατομικής χαρτογράφησης (CARTO 3, Smart-touch).

Καταλύσεις (ablation) υπερκοιλιακών αρρυθμιών

Στόχος είναι, επίσης, η επιλογή των ασθενών με υπερκοιλιακές αρρυθμίες και δεμάτια για επεμβάσεις κατάλυσης, οι οποίες στην πλειοψηφία των περιπτώσεων επιτυγχάνουν οριστική ίαση και απαλλαγή από οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή.

Βηματοδότης

Ο βηματοδότης είναι μία εμφυτεύσιμη συσκευή, η οποία χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της βραδυαρρυθμίας. Ο βηματοδότης αποτελείται από τη γεννήτρια και ένα ή δύο ηλεκτρόδια (μονοεστιακός ή διπλοεστιακός βηματοδότης).

Οι δυο βασικές παθήσεις στις οποίες απαιτείται εμφύτευση βηματοδότη είναι:

η νόσος φλεβοκόμβου, όπου δεν παράγονται τα ερεθίσματα που πρέπει (φλεβοκομβική βραδυκαρδία ή παύσεις), και

οι διαταραχές κολποκοιλιακής αγωγής των ερεθισμάτων, όπου εμφανίζεται αποκλεισμός στην αγωγή των ερεθισμάτων από τους κόλπους στις κοιλίες.

Η επέμβαση εμφύτευσης βηματοδότη πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία στην περιοχή του αριστερού άνω ημιθωρακίου ενώ συνήθως χορηγείται και ενδοφλέβια κατασταλτική αγωγή με σκοπό την ήπια μέθη.

Η όλη επέμβαση συνήθως διαρκεί περίπου μία ώρα.

Δυνητικές επιπλοκές, όπως σε κάθε εμφύτευση είναι το αιμάτωμα στην περιοχή της θήκης, η μετακίνηση ηλεκτροδίου (σε λιγότερο από μία σε κάθε 100 επεμβάσεις), ο πνευμοθώρακας (διαφυγή αέρα γύρω από τους πνεύμονες σε λιγότερο από μία σε κάθε 100 επεμβάσεις), η λοίμωξη (μία σε κάθε 500 επεμβάσεις) και η συλλογή αίματος γύρω από την καρδιά (μία κάθε 500 επεμβάσεις).

Ο ασθενής εξέρχεται από το νοσοκομείο την επομένη ημέρα και τα ράμματα αφαιρούνται μετά 7-10 μέρες.

Τον πρώτο μήνα απαιτείται περιορισμός στις κινήσεις του άνω άκρου για αποφυγή μετακίνησης των ηλεκτροδίων του βηματοδότη. Η παρακολούθηση και ο έλεγχος της λειτουργίας της συσκευής γίνεται στο μήνα μετά την επέμβαση και ακολούθως κάθε 6 μήνες μέσω ειδικού προγραμματιστή.

Η διάρκεια ζωής του βηματοδότη εξαρτάται από τον τύπο του και την ανάγκη για βηματοδότηση.

Μία μέση διάρκεια ζωής βηματοδότη εκτιμάται σε 7-8 έτη.

Σε κάθε περίπτωση η αντικατάσταση της συσκευής είναι μία απλή επέμβαση που πραγματοποιείται υπό τοπική αναισθησία.

Τα τελευταία έτη υπάρχουν βηματοδότες συμβατοί με τη διενέργεια μαγνητικής τομογραφίας ενώ από έτους υπάρχουν και οι βηματοδότες χωρίς καλώδια.

Συμβουλές μετά την εμφύτευση του βηματοδότη

Η χρήση κινητού τηλεφώνου επιτρέπεται από την αντίθετη πλευρά από εκείνη που έχει γίνει η εμφύτευση του βηματοδότη, ενώ οι ασθενείς θα πρέπει να αποφεύγουν να τοποθετούν το κινητό τηλέφωνο πάνω από τη συσκευή.

ΠΑΘΗΣΕΙΣ

Τί είναι η σοβαρή στένωση της αορτικής βαλβίδας;

Η αορτική βαλβίδα είναι ο σχηματισμός που φυσιολογικά επιτρέπει την ομαλή δίοδο του αίματος από την καρδιά στην κυκλοφορία όλου του σώματος.

Η σοβαρή στένωση της αορτικής βαλβίδας συμβαίνει όταν η αορτική βαλβίδα δεν μπορεί να ανοίξει και να κλείσει σωστά.

Η σοβαρή στένωση της αορτικής βαλβίδας έχει σαν συνέπεια την υπερτροφία του μυός της καρδιάς για να εξωθήσει το αίμα στην κυκλοφορία και με την πάροδο του χρόνου την ανεπάρκεια της καρδιάς.

Επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι η συχνότητα της αορτικής στένωσης αυξάνει με την ηλικία.

Σε ηλικία μεγαλύτερη των 75 ετών, ένας στους οχτώ έχει ενδιάμεσου ή σοβαρού βαθμού αορτική στένωση. Καθώς μάλιστα το προσδόκιμο επιβίωσης αυξάνει, μεγαλώνει και η συχνότητα της νόσου. Αυτό αποτελεί ένα σημαντικό και διογκούμενο πρόβλημα δημόσιας υγείας.

Αιτίες και συμπτώματα στένωσης αορτικής βαλβίδας

Η σοβαρή στένωση της αορτικής βαλβίδας συσχετίζεται συνήθως με την ηλικία και την εναπόθεση ασβεστίου στη βαλβίδα ή και στο δακτύλιο της (εκφυλιστική στένωση).

Άλλες αιτίες σοβαρής στένωσης αορτικής βαλβίδας είναι το ιστορικό ρευματικού πυρετού σε μικρή ηλικία, συγγενής ανωμαλία της βαλβίδας, προηγηθείσα ακτινοβολία στο θώρακα, φάρμακα, σπάνια μεταβολικά ή αυτοάνοσα νοσήματα.

Τα συμπτώματα της σοβαρής αορτικής στένωσης συσχετίζονται με την αδυναμία της καρδιάς να τροφοδοτήσει με αίμα τα στεφανιαία αγγεία και την κυκλοφορία, ειδικά σε περιπτώσεις αυξημένων απαιτήσεων. Αυτά είναι η στηθάγχη, η ζάλη ή συγκοπή, η δύσπνοια και η εύκολη κόπωση.

Η στένωση της αορτικής βαλβίδας είναι προοδευτική νόσος και απειλητική για τη ζωή.

Από τη στιγμή που εμφανίζονται τα συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας (δύσπνοια), η στηθάγχη ή η συγκοπή, το προσδόκιμο επιβίωσης μειώνεται δραματικά!

Ουσιαστικά, με την έναρξη των συμπτωμάτων αορτικής στένωσης, και εάν δεν υπάρξει θεραπεία, ένας στους δύο ασθενείς ζει για δύο χρόνια και μόνο ένας στους πέντε για πέντε χρόνια.

Τρόποι αντιμετώπισης στένωσης της αορτικής βαλβίδας

Δεν υπάρχει φαρμακευτική θεραπεία, η οποία να αναστρέφει ή να επιβραδύνει την εξέλιξη της αορτικής στένωσης.

Η χειρουργική αντικατάσταση αορτικής βαλβίδας είναι σήμερα η θεραπεία εκλογής για την αντιμετώπιση της συμπτωματικής αορτικής στένωσης.

Εντούτοις, αρκετοί ασθενείς, είτε λόγω ηλικίας είτε λόγω άλλων ιατρικών νοσημάτων, έχουν υψηλό έως και απαγορευτικό κίνδυνο (περιεγχειρητική θνητότητα μεγαλύτερη από 20%) για τη χειρουργική αντιμετώπιση της αορτικής στένωσης.

Αυτοί οι ασθενείς μπορούν να αντιμετωπιστούν με έναν εναλλακτικό τρόπο: τη διαδερμική τοποθέτηση (αντικατάσταση) της αορτικής βαλβίδας (TAVI ή TAVR).

Η διαδερμική τοποθέτηση αορτικής βαλβίδας είναι η επέμβαση με την οποία η νέα βιολογική βαλβίδα τοποθετείται στη θέση της παλιάς μέσα από ένα καθετήρα είτε από τη μηριαία αρτηρία είτε από την υποκλείδιο αρτηρία.

Η αορτική βαλβίδα αποτελείται από βιολογικό υλικό (συνήθως από περικάρδιο αγελάδας), στερεωμένη σε ένα stent από ατσάλι.

Κατά τη διάρκεια της εμφύτευσης της αορτικής βαλβίδας το stent εκπτύσσεται στο τοίχωμα μεταξύ της καρδιάς και της αορτής. Η νέα βαλβίδα, στερεωμένη πάνω στο stent, τοποθετείται πάνω από την παλιά, η οποία και συμπιέζεται, επιτρέποντας τη φυσιολογική δίοδο του αίματος από την καρδιά στην υπόλοιπη κυκλοφορία.

Προτού αποφασιστεί εάν κάποιος είναι κατάλληλος για τη διαδερμική θεραπεία της αορτικής στένωσης είναι απαραίτητες κάποιες εξετάσεις, οι οποίες πραγματοποιούνται με 24ωρη εισαγωγή και παραμονή στο νοσοκομείο.

Αυτές είναι:

  • Ηλεκτροκαρδιογράφημα,
  • Αιματολογικός έλεγχος,
  • Υπερηχογράφημα (Triplex) καρδιάς,
  • Στεφανιογραφία (Απεικόνιση των αρτηριών της καρδιάς),
  • Αξονική αγγειογραφία αορτής και περιφερικών αγγείων.

Οι καρδιολογικές εξετάσεις αυτές είναι προαπαιτούμενες της επέμβασης αρχικά γιατί αξιολογούν το συνολικό κίνδυνο του ασθενούς.

Παρέχονται με αυτόν τον τρόπο όλα τα δεδομένα στην ομάδα των Επεμβατικών Καρδιολόγων - Καρδιοχειρουργών - Αναισθησιολόγων - Αγγειοχειρουργών (Heart Team) για την ένδειξη της επέμβασης, αλλά και για τον τρόπο τοποθέτησης της βαλβίδας.

Η επέμβαση πραγματοποιείται συνήθως στο Αιμοδυναμικό Εργαστήριο.

Το ειδικό αυτό δωμάτιο είναι εξοπλισμένο με όλα τα απαραίτητα ακτινολογικά μηχανήματα και υλικά για τη διαδερμική τοποθέτηση της βαλβίδας, η οποία και γίνεται κάτω από άσηπτες συνθήκες.

Η έκθεση σε ακτινοβολία και σκιαγραφικό υλικό είναι μικρότερη από είκοσι λεπτά της ώρας, ενώ η συνολική διάρκεια της επέμβασης είναι μία με δύο ώρες.

Όταν η προσπέλαση για την τοποθέτηση της βαλβίδας είναι η μηριαία αρτηρία, απαιτείται συνήθως μόνο ελαφρά καταστολή (χωρίς γενική αναισθησία).

Αρχικά γίνεται διαστολή της παλιάς βαλβίδας με ένα μπαλόνι (βαλβιδοπλαστική) και σε δεύτερη φάση μέσα από ένα μεγαλύτερο καθετήρα η τοποθέτηση της βαλβίδας πραγματοποιείται κάτω από ακτινοσκόπηση.

Η διαδερμική τοποθέτηση της αορτικής βαλβίδας έχει σαφώς μικρότερους κινδύνους από την κλασική χειρουργική αντιμετώπιση της αορτικής στένωσης. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, είναι και η θεραπεία εκλογής σε ασθενείς με υψηλό χειρουργικό κίνδυνο.

Καθώς μάλιστα η τεχνική διαδερμικής τοποθέτηση αορτικής βαλβίδας βελτιώνεται, πιθανότατα στο μέλλον θα έχει και την ένδειξη σε ασθενείς με χαμηλότερο κίνδυνο.

Υπάρχουν όμως και κάποιοι κίνδυνοι κατά τη διάρκεια της επέμβασης, άλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο σοβαροί. Σε κάθε περίπτωση ο κίνδυνος για θάνατο, καρδιογενές σοκ, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο είναι μικρότερος σε σχέση με τη χειρουργική αντιμετώπιση, ενώ οι μόνες επιπλοκές που εμφανίζονται συχνότερα είναι η ανάγκη εμφύτευσης μόνιμου βηματοδότη και οι αγγειακές επιπλοκές.

Μετά την επέμβαση τοποθέτηση αορτικής βαλβίδας η παραμονή στο νοσοκομείο διαρκεί 4-6 ημέρες. Η αρχική παραμονή είναι στη Μονάδα Εντατική Θεραπείας για 24 ώρες για καλύτερη παρακολούθηση.

Η συνολική διάρκεια παραμονής θα εξαρτηθεί από το βαθμό ανάρρωσης.

Η επακόλουθη φαρμακευτική θεραπεία περιλαμβάνει αντιαιμοπεταλιακά αντί για αντιπηκτικά φάρμακα, σε αντίθεση με τις μεταλλικές βαλβίδες.

Η τοποθέτηση της νέας αορτικής βαλβίδας περιορίζει άμεσα τα συμπτώματα στο βαθμό που οφειλόταν στην αορτική στένωση, αποκαθιστά τη φυσιολογική λειτουργία της βαλβίδας και θα βελτιώσει τη συνολική λειτουργία του καρδιακού μυός.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι η βελτίωση της ποιότητας της ζωής και του προσδόκιμου επιβίωσης.

Η στεφανιαία νόσος οφείλεται στην ανάπτυξη αθηρωματικής πλάκας στο εσωτερικό των τοιχωμάτων των αρτηριών της καρδιάς. Η αθηρωματική πλάκα σχηματίζεται από τη χοληστερίνη, που κυκλοφορεί στο αίμα, καθώς και από υλικό που προέρχεται από το τοίχωμα της αρτηρίας.

Από την έναρξη της ανάπτυξης αθηρωματικής πλάκας στα τοιχώματα των αρτηριών μέχρι την εμφάνιση της νόσου μεσολαβούν αρκετά έως πολλά χρόνια. Έχουν βρεθεί αθηρωματικές πλάκες στις αρτηρίες εικοσάχρονων, ενώ η συχνότερη ηλικία εμφάνισης εμφράγματος είναι η πέμπτη δεκαετία της ζωής.

Ο επιπολασμός της στηθάγχης αυξάνεται με την ηλικία και στα δύο φύλα. Σε ηλικίες 45-54 έτη, στηθάγχη εμφανίζεται στο 2-5 %, ενώ αυξάνεται στο 10-20 % σε ηλικίες 65-74. Ο επιπολασμός της στεφανιαίας νόσου είναι σίγουρα πολύ μεγαλύτερος αν λάβουμε υπόψη και τη συχνή απουσία συμπτωμάτων σε ασθενείς με σταθερή στεφανιαία νόσο.

Δεν γνωρίζουμε γιατί κάποιοι άνθρωποι θα εμφανίσουν αθηρωματικές πλάκες στις στεφανιαίες αρτηρίες και κάποιοι άλλοι όχι. Έχουν εντοπιστεί μια σειρά από παράγοντες που αυξάνουν το σχετικό κίνδυνο εμφάνισης της στεφανιαίας νόσου και γι αυτό ονομάζονται προδιαθεσικοί παράγοντες ή παράγοντες κινδύνου.

Σε αυτούς τους παράγοντες κινδύνου στεφανιαίας νόσου συγκαταλέγονται η ύπαρξη σακχαρώδους διαβήτη, υψηλής αρτηριακής πίεσης, υψηλών τιμών χοληστερίνης, το κάπνισμα, η καθιστική ζωή και η κληρονομικότητα.

Δεν μπορούμε όμως να προβλέψουμε με ακρίβεια ποιος θα νοσήσει τελικώς και, το κυριότερο, ποιος και πότε θα εμφανίσει έμφραγμα, το οποίο αποτελεί τη βασική αιτία ανθρώπινων απωλειών από στεφανιαία νόσο.

Σε περιόδους «ενεργητικότητας» της αθηρωματικής πλάκας, επέρχεται ρήξη στο τοίχωμά της, το περιεχόμενο της έρχεται σε επαφή με το αίμα, οπότε δημιουργείται θρόμβος που μπορεί να αποφράξει την αρτηρία, σταματώντας τη ροή του αίματος.

Στην κρίσιμη αυτή κατάσταση (προεμφραγματική στηθάγχη), ο άρρωστος νοιώθει αιφνιδίως ενόχληση στο στήθος, που την περιγράφει ως «σφίξιμο», «κάψιμο» ή «βάρος» πίσω από το στέρνο και προς τα αριστερά του στήθους, με αντανάκλαση στην πλάτη ή στον αριστερό ώμο και τον αγκώνα.

Ο οργανισμός αντιστέκεται στην αρχόμενη έμφραξη της αρτηρίας και υπάρχουν περιπτώσεις αυτοδιάλυσης του θρόμβου και απελευθέρωσης της ροής του αίματος.

Αντίθετα, όταν η έμφραξη της αρτηρίας ολοκληρώνεται, το τμήμα της καρδιάς που αυτή τροφοδοτούσε με αίμα σταδιακά νεκρώνεται, οπότε προκαλείται έμφραγμα μυοκαρδίου.

ΓΙΑΤΙ ΕΜΑΣ

Το Τμήμα Επεμβατικής Καρδιολογίας και Ηλεκτροφυσιολογίας εφημερεύει συνεχώς με έμπειρο και εξειδικευμένο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, το οποίο βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα, όλο το 24ωρο.

Το Τμήμα Επεμβατικής Καρδιολογίας διαθέτει σύγχρονες αιμοδυναμικές αίθουσες και αγγειογραφικά μηχανήματα, καθώς πλειάδα έμπειρων επεμβατικών καρδιολόγων –καθετηριαστών, με διεθνείς σπουδές και εξειδίκευση.

Οι επεμβατικοί καρδιολόγοι έχουν πολύ μεγάλη εμπειρία με εξαιρετικά ποσοστά επιτυχίας στην αγγειοπλαστική, στις εμφυτεύσεις βηματοδοτών και πρωτοπορούν στην εφαρμογή των τελευταίας γενιάς stent, ακολουθώντας τις πιο σύγχρονες εξελίξεις στην επεμβατική καρδιολογία.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ