Συγκοπή

Η συγκοπή αποτελεί ένα πολύ συχνό ιατρικό πρόβλημα το οποίο ευθύνεται για το 3% των επισκέψεων των ασθενών στα τμήματα επειγόντων περιστατικών.

Παράλληλα, η συγκοπή αποτελεί την έκτη κατά σειρά αιτία εισαγωγής στο νοσοκομείο ηλικιωμένων ατόμων.

Ο καρδιολόγος που είναι εξειδικευμένος στην ηλεκτροφυσιολογία, ασχολείται δηλαδή με τις αρρυθμίες (βραδυκαρδίες ή ταχυκαρδίες), είναι ο πλέον ειδικός να διερευνήσει και να διαχειριστεί ασθενείς με συγκοπή σε νοσοκομειακό αλλά και στο επίπεδο τακτικού εξωτερικού ιατρείου.

Πώς ορίζεται η συγκοπή;

Η συγκοπή είναι ένας ιατρικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψουμε αυτό που κοινά ονομάζουμε λιποθυμία. Η συγκοπή αφορά στην αιφνίδια παροδική απώλεια συνείδησης ενός ατόμου λόγω μειωμένης αιμάτωσης του εγκεφάλου.

Πριν από το συγκοπτικό ή λιποθυμικό επεισόδιο, συχνά υπάρχουν τα λεγόμενα «πρόδρομα» συμπτώματα, όπως ζάλη, ναυτία, ωχρό και ψυχρό δέρμα, ενώ αυτό που τη διαχωρίζει από το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, την επιληπτική κρίση και το κώμα, είναι η άμεση ανάκτηση των αισθήσεων χωρίς σύγχυση ή άλλες υπολειπόμενες διαταραχές.

Πώς ταξινομείται η συγκοπή;

Τα συγκοπτικά επεισόδια ταξινομούνται στην:

  • Αγγειοπαρασυμπαθητική (βαγοτονική) συγκοπή (μετά συναισθηματικό stress, τραύμα, πόνο, παρατεταμένη ορθοστασία ή θέα αίματος),
  • Συγκοπή υπερευαίσθητου καρωτιδικού κόλπου,
  • Περιστασιακή συγκοπή (κατά την ούρηση, την αφόδευση ή έντονο βήχα,
  • Καρδιακής αιτίας συγκοπή (λόγω βραδυαρρυθμίας ή ταχυαρρυθμίας ή δομικής καρδιακής βλάβης όπως η στένωση αορτικής βαλβίδας) και στην
  • Ορθοστατική συγκοπή κατά την έγερση.

Ποιά είναι η πρόγνωση των ασθενών με συγκοπή;

Αυτό το οποίο είναι εξαιρετικής σημασία είναι ο καθορισμός της πρόγνωσης των ασθενών με συγκοπή.

Περιπτώσεις περιστασιακής συγκοπής ή αγγειοπαρασυμπαθητικής συγκοπής έχουν πολύ καλή πρόγνωση ενώ τα καρδιακής αιτιολογίας συγκοπτικά επεισόδια μπορεί να είναι απειλητικά για τη ζωή, ειδικά εάν συνυπάρχει δομική καρδιοπάθεια, δηλαδή εάν ο ασθενής πάσχει από έμφραγμα, μυοκαρδιοπάθεια ή βαλβιδοπάθεια.

Πώς διερευνούμε ασθενείς με συγκοπτικό επεισόδιο;

Όπως σε κάθε ασθενή, λαμβάνουμε ένα πλήρες στοχευμένο ιστορικό, τον εξετάζουμε καρδιολογικά, μετράμε την αρτηριακή πίεση σε ύπτια και όρθια θέση και διενεργούμε ηλεκτροκαρδιογράφημα και υπερηχοκαρδιογράφημα, καταλήγοντας έτσι σε διάγνωση στις μισές περιπτώσεις.

Σε ασθενείς με συγκοπτικό επεισόδιο άνω των 40 ετών, θα μαλάξουμε επίσης τον καρωτιδικό κόλπο. Προσπαθώντας να συσχετίσουμε τη συμπτωματολογία με τον υποκείμενο καρδιακό ρυθμό, θα τοποθετήσουμε 24ώρο ή 48ώρο Holter ρυθμού.

Εάν υποπτευόμαστε περιστασιακή ή βαγοτονική συγκοπή, θα υποβάλουμε τον ασθενή μας σε δοκιμασία ανάκλισης ενώ στην περίπτωση υποκείμενης βραδυαρρυθμίας ή ταχυαρρυθμίας εξέχουσα είναι η αξία της ηλεκτροφυσιολογικής μελέτης.

Τέλος, η συνεχής παρακολούθηση του καρδιακού ρυθμού με εμφυτεύσιμο Holter (ILR) είναι επωφελής σε ασθενείς με αρρυθμικής αιτίας συγκοπή, συχνά ως τελευταίο βήμα στον διαγνωστικό αλγόριθμο.

Αντιμετώπιση ατόμων με συγκοπτικό επεισόδιο

Η θεραπεία εξατομικεύεται ανάλογα με την υποκείμενη διαταραχή. Σε περίπτωση βραδυκαρδίας ή υπερευαίσθητου καρωτιδικού κόλπου, εμφυτεύεται βηματοδότης.

Σε περίπτωση ταχυκαρδίας και δομικού καρδιοπάθειας τοποθετούμε απινιδωτή ενώ διενεργούμε κατάλυση στις περιπτώσεις ιδιοπαθών ταχυκαρδιών.

Σε περίπτωση αγγειοπαρασυμπαθητικής, περιστασιακής ή ορθοστατικής συγκοπής, που αποτελούν και το συνηθέστερα αίτια, καθησυχάζουμε τους ασθενείς (συχνά νεαρής ηλικίας) για την καλοήθη πρόγνωση και τους εκπαιδεύουμε να εφαρμόζουν απλές μεθόδους πρόληψης των υποτροπών.